Αν υπήρξε συγκάλυψη για το δυστύχημα των Τεμπών, τι σημαίνει αυτό για το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα

244

Του Χρήστου Γκουγκουρέλα,*

Τον κ. Χρήστο Τριαντόπουλο, πριν από έναν χρόνο περίπου, προσωπικά αμφιβάλλω αν τον γνώριζαν οι περισσότεροι από εμάς, ανεξαρτήτως των όποιων ακαδημαϊκών του προσόντων και διακρίσεων. Τον Ιούλιο του 2019 έγινε Γραμματέας Οικονομικής Πολιτικής στο Υπουργείο Οικονομικών και από τον Αύγουστο του 2021 έως και τον Μάιο του 2023, αν και δεν είχε εκλεγεί ποτέ (χωρίς αυτό να είναι βέβαια απαραίτητο), διετέλεσε Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, προφανώς ως άνθρωπος της απόλυτης εμπιστοσύνης του ίδιου του Πρωθυπουργού. Στις εκλογές του 2023 έγινε Βουλευτής Μαγνησίας και σήμερα είναι Υφυπουργός στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.

Αλλά και πάλι  ο βαθμός της αναγνωρισιμότητάς του από το ευρύ κοινό δεν θα άλλαζε, αν δεν υπήρχε η για απόλυτα κατανοητούς και δικαιολογημένους λόγους απόλυτη πρωταγωνίστρια της επικαιρότητας στη χώρα, η κ. Μαρία Καρυστιανού, η οποία, σύμφωνα με τα πάμπολλα δημοσιεύματα που κατέκλυσαν το πανελλήνιο, υποστήριξε ανοιχτά και δημοσίως ότι σε απάντηση του τέως Περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Αγοραστού επί του εξώδικου ερωτήματός της περί του γιατί μπαζώθηκε άμεσα και γρήγορα το εδαφικό πεδίο του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών, περιλαμβάνεται ο ισχυρισμός του τελευταίου ότι η διενέργεια του μπαζώματος έλαβε χώρα κατόπιν άμεσης εντολής του κ. Τριαντόπουλου, τότε Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ.

Αυτός ο συγκεκριμένος ισχυρισμός της κ. Καρυστιανού δεν είναι κάτι που ξεπερνιέται εύκολα, δεν είναι κάτι που μπορεί συν τω χρόνω να ξεχαστεί, δεν είναι κάτι επουσιώδες και ασήμαντο που άμεσα μπορεί να αγνοηθεί. Η κ. Καρυστιανού πρακτικά, με την ‘‘αποκάλυψή’’ της αυτή, ισχυρίζεται ότι ως μετεξέλιξη ενός τραγικού πολύνεκρου δυστυχήματος, που πλήγωσε βαθύτατα το συλλογικό θυμικό και επί του πραγματικού υποβάθρου αυτού του συμβάντος που φέρει πολλαπλές ποινικές ευθύνες, συνέπειες και προεκτάσεις, υπήρξε κάτι αδιανόητο για τα πολιτειακά ειωθότα στη χώρα μας και τις δημοκρατικές της αξίες, δηλαδή η με πρόθεση συγκάλυψης καταστάσεων και προσώπων εμπλοκή της κορυφής της εκτελεστικής εξουσίας σε πολύκροτη ποινική (και όχι μόνο) υπόθεση που απασχολεί το πανελλήνιο, το οποίο ‘‘διψά’’ για το φως της αλήθειας σε αυτήν.

Ένα δε βίντεο που κυκλοφορεί, πλέον διαδεδομένο παντού (ίδετε στη διεύθυνση https://www.youtube.com/watch?v=qsmS1qfTKp8), το οποίο εμφανίζει τον κ. Τριαντόπουλο να λέει ότι έγιναν γρήγορα όλες οι διαδικασίες αποκατάστασης του χώρου του δυστυχήματος και μάλιστα μετά την παρουσία κυβερνητικού επιτελείου στο χώρο την Πέμπτη, 2-3-2023, δύο ημέρες μετά το συμβάν, ότι αυτές (οι διαδικασίες) είχαν ήδη ολοκληρωθεί μια βδομάδα μετά το δυστύχημα, δηλαδή στις 7-3-2023, όταν και έδινε τη συγκεκριμένη συνέντευξη ο άνω κυβερνητικός αξιωματούχος, προκάλεσε, στο υπόστρωμα της άνω δημόσιας δήλωσης της κ. Καρυστιανού, ‘‘extra’’ απανωτούς και έντονους κοινωνικο-πολιτικούς ερεθισμούς.

Το εξαιρετικής σπουδαιότητας γεγονός, ωστόσο, είναι ότι δύο μήνες πριν το δυστύχημα, στις 30-12-2022, είχε δημοσιευτεί η 4η Έκδοση Ειδικού Σχεδίου Διαχείρισης Ανθρωπίνων Απωλειών από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας (ίδετε παρακαλώ: file:///C:/Users/user/Desktop/AllPDF%20(19).pdf), του Ειδικού Σχεδίου δηλαδή που αφορά στη διαχείριση συμβάντων με πολυάριθμους θανόντες ως συνέπεια φυσικών, τεχνολογικών (συμπεριλαμβανομένων βιολογικών, χημικών, ραδιολογικών και πυρηνικών συμβάντων) και λοιπών καταστροφών καθώς και εγκληματικών και τρομοκρατικών ενεργειών και εφαρμόζεται μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών διαλογής, προνοσοκομειακής περίθαλψης και διακομιδής των επιζώντων.

Ενώ σχεδόν έναν μήνα πριν το συμβάν άρχισε να ισχύει και ο Ν. 5014/2023 που εισήγαγε στην έννομη τάξη της χώρας το θεσμικό πλαίσιο για τη διερεύνηση αεροπορικών και σιδηροδρομικών ατυχημάτων, τάσσοντας συγκεκριμένο πλαίσιο δράσης και νόμιμες προδιαγραφές πρωτοβουλιών σε τέτοια σοβαρά συμβάντα από τον νεοσυσταθέντα Εθνικό Οργανισμό Διερεύνησης (Ε.Ο.Δ.Α.Σ.Α.Α.Μ.).

Έτσι, λοιπόν, τα ερωτήματα είναι πολλά και καυτά: Όπως προβλέπει το άνω Ειδικό Σχέδιο Διαχείρισης Ανθρωπίνων Απωλειών, ενεργοποιήθηκε εν προκειμένω από την καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδια Προανακριτική Αρχή, μετά από συνεννόηση με την αρμόδια Ιατροδικαστική Αρχή, η διαδικασία για τη διαμόρφωση ειδικού σχεδίου για την περίπτωση; Ενημερώθηκε από τη Μονάδα Εμπλεκόμενων Φορέων του Εθνικού Συντονιστικού Κέντρου Επιχειρήσεων & Διαχείρισης Κρίσεων (ΜΕΦ/ΕΣΚΕΔΙΚ) ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας για να θέσει τη Διεύθυνση Σχεδιασμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών σε κατάσταση κινητοποίησης; Υπήρξε εισήγηση της αρμόδιας Προανακριτικής Αρχής προς τη φυσική της ηγεσία και στη συνέχεια Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας έτσι ώστε να προσδιοριστεί από τους αρμοδίους ο χώρος των ερευνών που αφορούν τόσο τα αίτια όσο και τα αιτιατά του δυστυχήματος;

Έλαβαν χώρα και τα 9 στάδια υποχρεωτικών κινήσεων από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς που προβλέπει το άνω Εθνικό Ειδικό Σχέδιο Διαχείρισης ανθρώπινων απωλειών; Λήφθηκε μέριμνα για την ασφάλεια του χώρου του δυστυχήματος και τον έλεγχο της περιμέτρου του (1ο στάδιο); Πρόλαβε η Ιατροδικαστική Υπηρεσία να προβεί σε πλήρη αυτοψία του άνω χώρου για την εξαγωγή των συμπερασμάτων της (2ο στάδιο); Έγινε ολοκληρωτικά η έρευνα για τα θύματα και η περισυλλογή όλων ή έστω τμημάτων των σωμάτων τους (3ο στάδιο) επί όλης της έκτασης του επίμαχου χώρου; Πρόλαβε να γίνει η διαλογή, καταγραφή και αρχική ταυτοποίηση των θυμάτων (4ο στάδιο) πριν την ‘‘αποκατάσταση’’ του χώρου; Ορίστηκε ο χώρος προσωρινής συντήρησης και αναγνώρισης των σορών (5ο στάδιο); Λειτούργησαν χώροι προσωρινής συντήρησης (6ο στάδιο); Πρόλαβε και έγινε η νεκροτόμηση όλων των σορών από την αρμόδια Ιατροδικαστική Υπηρεσία (7ο στάδιο); Έγινε η απόδοση των αναγνωρισμένων και ταυτοποιημένων σορών στους συγγενείς μετά το πέρας του έργου της Ιατροδικαστικής Αρχής, σύμφωνα με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο (8ο στάδιο); Επιβεβαιώθηκε το τέλος του έργου της συλλογής στοιχείων, ιχνών και πειστηρίων, έτσι ώστε η καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδια Προανακριτική Αρχή να δώσει εντολή αποκλιμάκωσης (9ο Στάδιο);

Όπως δε ορίζει το άρθρο 44 του άνω Ν. 5014/2023, παρασχέθηκε από τον ΟΣΕ και κάθε αρμόδια για τη δικαστική ανάκριση αρχή στους διερευνητές ή τεχνικούς συμβούλους του Ε.Ο.Δ.Α.Σ.Α.Α.Μ. και για τη διευκόλυνση της διεξαγωγής της έρευνας τους, άμεση πρόσβαση στον τόπο του ατυχήματος με δικαίωμα άμεσης καταγραφής των αποδεικτικών στοιχείων και ελεγχόμενης απομάκρυνσης των συντριμμιών, των εγκαταστάσεων ή στοιχείων υποδομής για εξέταση ή ανάλυση, όπως επίσης απεριόριστη πρόσβαση και δικαίωμα χρήσης των στοιχείων των συσκευών καταγραφής επί των αμαξοστοιχιών, καθώς και του εξοπλισμού εγγραφής φωνητικών μηνυμάτων και δεδομένων για τη λειτουργία του συστήματος σηματοδότησης και ελέγχου της κυκλοφορίας αλλά και πρόσβαση στα αποτελέσματα της νεκροψίας των θυμάτων;

Αληθεύει ο ισχυρισμός ότι αν και στο άνω άρθρο του άνω Νόμου υπάρχει υποχρέωση παροχής των άνω δυνατοτήτων και σε διερευνητές οποιουδήποτε αντίστοιχου φορέα διερεύνησης άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο αμέσως μετά τον κ. Κ. Καραμανλή, Υπουργός Μεταφορών κ. Γ. Γεραπετρίτης ‘‘απαγόρευσε’’ σε ευρωπαίους πραγματογνώμονες να διεξάγουν κομμάτι της έρευνας ή έρευνες γενικά (https://www.topontiki.gr/2024/02/29/tempi-i-maria-karistianou-katangelli-gerapetriti-oti-apagorefse-stous-evropeous-pragmatognomones-na-voithisoun-stis-erevnes/);

Υπάρχει απόλυτη βασιμότητα ή έστω κάποια δόση βασιμότητας στον ισχυρισμό τεχνικού συμβούλου των οικογενειών ότι κάποιοι επιβάτες κάηκαν κυριολεκτικά ζωντανοί(https://www.neakriti.gr/kriti/2043676_tempi-nees-apokalypseis-apo-ton-tehniko-symboylo-ton-oikogeneion-yparhoyn-atoma-poy) ή τούτος είναι μύθευμα; Αν επιβάτες κάηκαν ζωντανοί, αυτό το γεγονός οφείλεται στην ανάφλεξη εξαιρετικά επικίνδυνων και εύφλεκτων υλικών που μεταφέρονταν στη μοιραία αμαξοστοιχία (https://www.imerodromos.gr/egklhma-sta-temph-oi-perissoteroi-pethanan-apo-thn-anaflexh-echoun-apomakrunthei-krisima-stoicheia-leei-chhmikos-mhchanikos-tou-emp/); Και υπάρχει ενδεχόμενο, όπως κατήγγειλε Πρόεδρος κόμματος στη Βουλή, αυτά τα επικίνδυνα υλικά να μεταφέρονταν στο τρένο για πολεμικό εξοπλισμό που ήθελε να χρησιμοποιήσει ή χρησιμοποιεί τρίτη χώρα (https://twitter.com/velopky/status/1765383675439370659);

Αν ισχύουν όλα τα παραπάνω, έτσι εξηγείται ο ισχυρισμός στην από 10-8-2023 ενώπιον της Εισαγγελίας Λάρισας μηνυτήρια αναφορά των γονέων των  θυμάτων ότι άμεσα μετά το ατύχημα, ειδικά συνεργεία με τη χρήση βαρέων μηχανημάτων προέβησαν στην αφαίρεση μεγάλης ποσότητας χωμάτινων όγκων από το σημείο του δυστυχήματος οι οποίοι μάλιστα μεταφέρθηκαν σε άγνωστο μέρος (https://www.dnews.gr/eidhseis/koinonia/463576/nea-stoixeia-gia-tempi-20-fortiga-xoma-metaferthikan-apo-to-simeio-se-xorafi-fantasma-kai-kaneis-den-ta-epsakse) ενώ στη συνέχεια τα συνεργεία αυτά προέβησαν στην επικάλυψη του χώρου του δυστυχήματος (μπάζωμα, κοινώς) δια της επίστρωσής του με φερτά υλικά και, συγκεκριμένα, με χιλιάδες τόνους χαλικιού, ασφάλτου και αγνώστου σύστασης λευκού κονιάματος, χωρίς να ελεγχθεί από τα αρμόδια όργανα η νομιμότητα και σκοπιμότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος;

Είναι σωστό ή λάθος αυτό που λένε οι συγγενείς των θυμάτων ότι η παραπάνω, από αυτούς αναφερόμενη, αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος τελέστηκε πριν ακόμη επισκεφθεί τον χώρο κλιμάκιο της Χημικής Υπηρεσίας Λάρισας για να προβεί σε δειγματοληψία υλικών (η οποία έλαβε χώρα μόλις την 29-3-2023, έναν μήνα μετά το συμβάν) και πριν διοριστούν οι τεχνικοί σύμβουλοι και πραγματογνώμονες των οικογενειών των θυμάτων(;), με αποτέλεσμα να χαθεί οριστικά πολύτιμο χημικό και γενετικό υλικό απαραίτητο για την ορθή διεξαγωγή της έρευνας, τον προσδιορισμό των αιτίων και αιτιατών του συμβάντος και τη συνεπαγωγική in concreto απόδοση πολυποίκιλων ευθυνών σε εκείνους που πραγματικά είναι υπαίτιοι; Και αν έγινε μπάζωμα του χώρου, έγινε από την Πυροσβεστική, όπως υποστήριξε ο κ. Τριαντόπουλος, ή όχι (https://www.neakriti.gr/ellada/2043828_tempi-diapseydei-ton-triantopoylo-o-syntonistis-tis-pyrosbestikis-gia-mpazoma);

Και έτι περαιτέρω, αν έγινε προμελετημένη αλλοίωση του χώρου, γιατί τούτη έλαβε χώρα στο διάστημα της απεμπλοκής από την υπόθεση του Πρωτοδίκη- Ανακριτή Λάρισας και της ανάληψης καθηκόντων από 2 Εφέτες-Ανακριτές, οι οποίοι δεν είχαν προλάβει να ενημερωθούν για το τι συνέβαινε; Και εν συνεχεία, με την πάροδο του χρόνου, γιατί η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αν και κατά την Ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ουδεμία αρμοδιότητα ή δικαίωμα είχε, απηύθυνε εγκύκλιο οδηγία στην Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας και ουσιαστικά και στον Ειδικό Εφέτη Ανακριτή, με συγκεκριμένες υποδείξεις επί του περιεχομένου της ανάκρισης, αφήνοντας έτσι, κατά την άποψη του άνω Δικηγορικού Συλλόγου, παρεμβατικές σκιές άνωθεν ανάμιξης στο κρίσιμο στάδιο της ποινικής προδικασίας;

Τα άνω ερωτήματα δεν είναι τα μοναδικά καθώς εκτείνονται σε ένα φάσμα που ξεκινά από τη περίφημη ‘‘σύμβαση 717’’ και φτάνει μέχρι και τη μη σύσταση, τελικά, Προανακριτικής Επιτροπής στη Βουλή. Τα ερωτήματα, πάντως, είναι πολλά και ζαλίζουν. Το απόλυτο ζητούμενο όμως εν προκειμένω, η απάντηση επί του οποίου, κατά τη δική μου αντίληψη τουλάχιστον, θα καταχωρηθεί στα κιτάπια της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας, είναι το ποιος θα δικαιωθεί με τη δύναμη της βασιμότητας και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του: Η ‘‘μπροστάρισα’’ κ. Καρυστιανού ή ο κ. Τριαντόπουλος που απεκδύεται πάσης ευθύνης και αρνείται τα όσα η πρώτη του καταλογίζει; Και είναι το παραπάνω απόλυτο ως ζητούμενο, διότι έχει να κάνει με την ίδια τη Δημοκρατία και τη λειτουργία της στη χώρα. 

Η κ. Καρυστιανού καταγγέλλει επί της ουσίας ανοίκεια, αθέμιτη και διαβρωτική για τα θεμέλια του πολιτεύματος μας, παρέμβαση της κορυφής της εκτελεστικής εξουσίας στο έργο της Δικαιοσύνης, στην οποία ούτως ή άλλως θα κατέληγε η υπόθεση, δηλαδή εξωθεσμική και αντιδημοκρατική παρέμβαση της μιας εξουσίας επί της άλλης και ειδικότερα (και πιο απλά) της εκτελεστικής εξουσίας που ασκείται από την Κυβέρνηση προς τη δικαστική εξουσία που ασκείται από τους κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμόδιους δικαστικούς λειτουργούς.

Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όμως, όπως αποτυπώνεται στο άρθρο 26 του Συντάγματος, δηλαδή η καθιέρωση και διακριτότητα και η, με θεσμική ιδιοπροσωπεία, λειτουργία της εκτελεστικής, νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας στη χώρα αποτελεί, κατά τη συνταγματική θεωρία, μια από τις οργανωτικές βάσεις του πολιτεύματός μας, δομικό συστατικό δηλαδή του σκληρού εννοιολογικού πυρήνα της ίδιας της Δημοκρατίας.

Η αρχή τούτη παραπέμπει στο ιστορικά και θεωρητικά διαμορφωμένο μοντέλο του σύγχρονου δημοκρατικού κράτους με ιστορική, γενεσιουργό αφετηρία τη Γαλλική Επανάσταση (ίδετε το άρ. 16 της γαλλικής διακήρυξης του 1789: toute société dans laquelle la qarantie des droits n’ est pas assure, ni la separation des pouvoirs determinee, n’ a point de Constitution) και συνεπώς το συμβολικό και ιδεολογικό της φορτίο συνδέεται ομφαλικά με την ίδια τη δημοκρατική αρχή.

Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών μάλιστα λειτουργεί σε όλο το φάσμα της δικαιϊκής τάξης ως το κριτήριο ερμηνείας όλων των διατάξεων που διέπουν τις τρεις εξουσίες, αποτελώντας δε την πάγια ιστορική και θεσμική σταθερά που αποτυπώνει σε μια συντεταγμένη πολιτεία τις κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες, συνδέεται συνεκτικά αφενός με την εμφάνιση του Κοινοβουλίου και την καθιέρωση του αντιπροσωπευτικού συστήματος και αφετέρου με τις εγγυήσεις του πολιτικού φιλελευθερισμού που αποτελούν το πεμπτουσιακό νόημα της έννοιας και της φιλοσοφικής σύλληψης τις ίδιας της Δημοκρατίας.

Και τούτο, διότι μόνο αν υφίσταται ad hoc και λειτουργεί η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, μπορεί να υφίσταται κράτος δικαίου σε μια πολιτεία. Κράτος δικαίου, λοιπόν, είναι το κράτος εκείνο στο οποίο η τριχοτομημένη κατά τα άνω σύμφωνα το άρ. 26 του Συντάγματος κρατική εξουσία περιορίζεται με κανόνες, εκφάνσεις και λειτουργίες, και δη κανόνες, εκφάνσεις και λειτουργίες που στην πανηγυρική ιδεολογικο-πολιτική τους διατύπωση περιλαμβάνονται και ξεκινούν από το ίδιο το δημοκρατικό Σύνταγμα και εξειδικεύονται στην, υπό την κανονιστική αύρα του Συντάγματος, νομοθεσία που παράγει η νομοθετική εξουσία (η Βουλή). Υπό αυτήν την έννοια, το κράτος δικαίου ταυτίζεται αλλά και εννοιολογικά συμπίπτει με το συνταγματικό κράτος, σε εκ διαμέτρου αντίθεση με το ασύντακτο ή το μοναρχικό ή το απολυταρχικό κράτος. Και δια ταύτα, θεωρείται ως κατάκτηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού και ως επίτευγμα και πειστήριο της προόδου της Ανθρωπότητας.

Σε ένα κράτος δικαίου, οι αξιώσεις του ατόμου, που προκύπτουν από την αρχή του κράτους δικαίου, μπορούν να διεκδικηθούν με δικαστικά μέσα ενώπιον δικαιοδοτικών οργάνων, ενώπιον δηλαδή των θεσμικών φορέων της τρίτης εξουσίας, ήτοι της δικαστικής, οι οποίοι (φορείς) σε μια Δημοκρατία απολαύουν θεσμική αυτενέργεια, αυτονομία και ανεξαρτησία.

Αν, επομένως, οι αξιώσεις των οικογενειών των θυμάτων εμποδίστηκαν στη συγκεκριμενοποίηση και τελική έκφρασή τους δια ‘‘συγκαλύψεως’’, δηλαδή με συγκεκριμένες καταγγελθείσες ήδη ενέργειες, από την εκτελεστική εξουσία, τότε η διάκριση των εξουσιών ‘‘κονιορτοποιήθηκε’’, οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου εξαφανίστηκαν, η αρχή της νομιμότητας της διοίκησης καταπατήθηκε, η αρχή της δικαστικής προστασίας του πολίτη ‘‘τσαλακώθηκε’’, η αρχή της ακροάσεως δεν εφαρμόστηκε, η απονομή της δικαιοσύνης, κατ’ άρθρο 87 του Συντάγματος, ‘‘αλλοιώθηκε’’ και η αρχή του φυσικού δικαστή, κατ’ άρθρο 8 του Συντάγματος, αγνοήθηκε.

Αν η κ. Καρυστιανού έχει δίκαιο, επαναλαμβάνω (και τούτο ισχύει για όλα όσα γράφηκαν παραπάνω), αν έγιναν τα πράγματα όπως η εν λόγω κυρία ισχυρίζεται, τότε μετά τη μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων στις 28-2-2023 έλαβε χώρα μια ακόμη πιο τρομερή και επώδυνη για το παρόν και το μέλλον μας μετωπική σύγκρουση, αυτή της κορυφής της εκτελεστικής εξουσίας και του κράτους δικαίου και δη στο πλαίσιο ενός ‘‘αδιανόητου’’ και ‘‘σκοτεινού’’ πισωγυρίσματος αιώνων.

Πρόσφατα, ωστόσο, με αφορμή τη ‘‘μαύρη επέτειο’’ του τραγικού δυστυχήματος, ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι έναν χρόνο μετά, οι πληγές από τον χαμό των θυμάτων μένουν νωπές, με τον ‘‘Γολγοθά’’ των δικών τους ανθρώπων να είναι πάντα δύσκολος και ανηφορικός. Η δε Δικαιοσύνη, όπως είπε, είναι εκείνη που θα ρίξει φως στην υπόθεση, όπως το θέλουμε όλοι. Και καταλήγοντας τόνισε ότι ‘‘η αλήθεια, λοιπόν, δεν αργεί’’. Χίλιες φορές μακάρι, θα έλεγα εγώ. Διότι εν προκειμένω, όπως έγινε ήδη αντιληπτό, η αλήθεια που θα βγει στο φως δεν θα έχει να κάνει μόνο με τον κ. Τριαντόπουλο ή οποιονδήποτε άλλον, αλλά κυρίως και προπαντός με την ύπαρξη και την ποιότητα του κράτους δικαίου και της ίδιας της Δημοκρατίας στη χώρα!  

 

* Ο Χρήστος Γκουγκουρέλας είναι Δικηγόρος, LLM in International Commercial Law, LLM in European Law, Cer. LSE in Business, International Relations and the political science