Ο Άγιος Σάββας καταγόταν από το χωριό Μουταλάσκη της Καππαδοκίας και ήταν γιος ευσεβών γονέων, του Ιωάννη και της Σοφίας. Από πολύ νωρίς γνώρισε τις θείες βουλές και αποφάσισε να αφιερωθεί στο μοναστικό βίο. Είχε τόση πίστη που κάποτε μπήκε σε ένα κλίβανο πυρός από τον οποίο βγήκε αβλαβής με τη βοήθεια του Θεού.
Όταν ήταν δεκαοχτώ ετών έφυγε από το μοναστήρι των Φλαβιανών και πήγε στα Ιεροσόλυμα. Από εκεί κατευθύνθηκε προς την έρημο της Ανατολής για να συναντήσει τον Μέγα Ευθύμιο. Ο Ευθύμιος τον έστειλε σε ένα κοινόβιο, το οποίο διηύθυνε ο όσιος Θεόκτιστος.
Ο Άγιος Σάββας κατά την παραμονή του στο κοινόβιο έλαμψε λόγω του χαρακτήρα του και των αρετών του. Μάλιστα ήταν τόσο σοβαρός και ηθικός – παρά το νεαρόν της ηλικίας – που προσαγορεύτηκε παιδαριογέροντας από τον Μέγα Ευθύμιο.
Ο Άγιος Σάββας όσο μεγάλωνε τροφοδοτούσε όλο και περισσότερο το πνεύμα του, γι’ αυτό και τιμήθηκε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Το χάρισμα αυτό το επιστράτευσε στην υπηρεσία των φτωχών και των ασθενών και έτσι επιτέλεσε σημαντικότατα έργα.
Για την αγιότητα της ζωής του και για τη μεγάλη του φήμη, είχε σταλεί από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων δυο φορές πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, προς το βασιλιά Αναστάσιο και έπειτα προς τον Ιουστινιανό.
Σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών, το 534 μ.Χ., ανήλθε προς Κύριον εν ειρήνη.
Το 584 μ.Χ., το Λείψανο του Αγίου Σάββα ανακομίσθηκε αδιάφθορο όταν ανοίχθηκε ο τάφος του για να ενταφιαστεί ο Ηγούμενος Κασσιανός. Αρχικά διαφυλάχθηκε στη Μονή του και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, κατά την περίοδο των Αραβικών επιδρομών.
Στην ελληνική λαϊκή παράδοση η εορτή του Οσίου Σάββα είναι στο μέσο των λεγόμενων «Νικολοβάρβαρων». Το κρύο, που άρχισε της Αγίας Βαρβάρας δυναμώνει και οι καιρικές συνθήκες χειροτερεύουν.
Παλιά στην πατρίδα του Οσίου Σάββα στην Καππαδοκία τον τιμούσαν με θυσίες ζώων (κουρμπάνια) και όσοι πήγαιναν στο μοναστήρι του στα Ιεροσόλυμα (χατζήδες) έφερναν χουρμάδες από τα γύρω δέντρα, που τους πρόσφεραν σε άτεκνους ως μέσα θεραπευτικά της στειρότητας.














