26 Οκτωβρίου: το Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη

156

Από τους ενδοξότερους και δημοφιλέστερους αγίους της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, μαζί με τον Άγιο Γεώργιο. Είναι πολιούχος της Θεσσαλονίκης, στην πόλη που γεννήθηκε, έζησε και μαρτύρησε. Η μνήμη του εορτάζεται (και από τους Καθολικούς) στις 26 Οκτωβρίου και στις 8 Νοεμβρίου γι’ αυτούς που ακολουθούν το Ιουλιανό Ημερολόγιο (Παλαιοημερολογίτες).

Ο Δημήτριος γεννήθηκε γύρω στο 280 στη Θεσσαλονίκη, επί αυτοκράτορος Μαξιμιανού, και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Σε νεαρή ηλικία κατατάχθηκε στον ρωμαϊκό στρατό και έφτασε ως το βαθμό του χιλίαρχου, σε ηλικία μόλις 22 ετών. Φύση φιλομαθής και ερευνητική αναζητούσε το υψηλό και το αληθινό και το βρήκε στη χριστιανική πίστη, της οποίας έγινε διαπρύσιος κήρυκας στη Θεσσαλονίκη.

Σχημάτισε ένα κύκλο νεαρών μαθητών και τους δίδασκε την Αγία Γραφή στις υπόγειες στοές κοντά στα δημόσια λουτρά της πόλης. Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας συνάθροισης, οι ειδωλολάτρες τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν ενώπιον του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, που παρεπιδημούσε στη Θεσσαλονίκη. Όταν ο αυτοκράτορας του ζήτησε να απαρνηθεί την πίστη του, ο Δημήτριος του απάντησε: «Τω Χριστώ μου πιστεύω μόνον». Ο Μαξιμιανός εξοργισμένος από τη θαρραλέα στάση του αξιωματικού του διέταξε να τον φυλακίσουν.

Εν τω μεταξύ, ένας από τους μαθητές του Δημητρίου, ο Νέστορας, παρουσιάστηκε στο στάδιο της Θεσσαλονίκης, όπου ο Μαξιμιανός διοργάνωνε αθλητικούς αγώνες και ζήτησε να αγωνιστεί εξ ονόματος των χριστιανών με τον θηριώδη και ακατανίκητο παλαιστή Λυαίο, ειδωλολάτρη καταγόμενο από το Σίρμιο της Πανονίας (σημερινή Μητροβίτσα Σερβίας). Με την πεποίθηση ότι έχει τη χάρη και τη βοήθεια του Θεού, ο Νέστορας μπήκε στην παλαίστρα και όχι μόνο νίκησε τον Λυαίο, αλλά τον σκότωσε, όπως ο Δαυίδ τον Γολιάθ στην Παλαιά Διαθήκη.

Οργισμένος ο Μαξιμιλιανός από την ήττα του εκλεκτού του, διέταξε τον αποκεφαλισμό του Νέστορα και τη θανάτωση του Δημητρίου με λογχισμούς. Ο Δημήτριος τάφηκε στον τόπο του μαρτυρίου του, όπου αργότερα χτίστηκε περίβλεπτος ναός προς τιμήν του. Από τον τάφο του ανάβλυζε μύρο, εξού και η ονομασία Μυροβλήτης.

Σπάνια ένας άγιος έχει ταυτισθεί τόσο στενά με μία πόλη, όσο ο Άγιος Δημήτριος με τη Θεσσαλονίκη. Θεωρήθηκε ανέκαθεν από τους Έλληνες ο φρουρός της πόλης, που μαζί με το λαό αγωνίζεται εναντίον των Σλάβων, Αβάρων, Αράβων, Νορμανδών, Φράγκων, Τούρκων και άλλων βαρβάρων. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη ανήμερα της εορτής του Αγίου Δημητρίου (26 Οκτωβρίου 1912), γεγονός που θεωρήθηκε θαύμα.

Ήταν 26 Οκτωβρίου 1987. Ώρα περασμένες δέκα το βράδυ. Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε την μνήμη της αθλήσεως του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου καθώς και τα ελευθέριά της από την περίπου πεντακοσίων ετών (1430-1912) καταδυναστεία των Οθωμανών.

Ο ναός του Αγίου Δημητρίου με ανοιχτές τις πόρτες δεχόταν τους νυχτερινούς προσκυνητές, που γονάτιζαν μπροστά στην ασημένια λάρνακα με τα άγια λείψανα του Μυροβλύτου.

Τα λείψανα του Αγίου

Την ώρα εκείνη δεν θα ήταν περισσότεροι από τριάντα με σαράντα άνθρωποι στον ναό. Μια ομήγυρις περίπου δέκα γυναικών, μπροστά στην λάρνακα, έψελνε την παράκληση του Αγίου.

Μοναδικός κληρικός που παρευρισκόταν, ο νεαρός και νεοχειροτονηθείς διάκονος του ιερού ναού μαζί με την διακόνισσα-σύζυγό του.

Ο τότε προϊστάμενος του ναού και νυν μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμων, τους είχε παραγγείλει να βρίσκονται εκεί και να τον περιμένουν.

Ξαφνικά, οι γυναίκες που έψελναν την παράκληση άρχισαν να φωνάζουν! Ο διάκονος έτρεξε κοντά τους και αυτές, με ανάμικτα συναισθήματα, του έδειξαν την λάρνακα!

Ήταν λουσμένη κυριολεκτικά με ένα ελαιώδους συστάσεως μύρο (λέω μύρο γιατί η ευωδία του ήταν ασύγκριτη).

Θα έλεγε κανείς με σιγουριά, ότι κάποιος άδειασε επάνω της τουλάχιστον δυο «κουβάδες» αρωματικό υγρό (χρησιμοποιώ την λέξη «κουβάδες» για να γίνει κατανοητό ότι η ποσότητα του μύρου που γλυστρούσε στα συμπαγή τοιχώματα της αργυρής λάρνακας με τις ανάγλυφες παραστάσεις, ήταν μεγάλη).

Ο διάκονος για μια στιγμή σάστισε: ο Άγιος μυροβλύζει! Χωρίς να αμφιβάλει καθόλου για το θαύμα, και ευρισκόμενος σε μια κατάσταση χαράς, έκπληξης και ενθουσιασμού, έτρεξε να φέρει βαμβάκι από κάποιο έπιπλο του ιερού βήματος.

Επέστεψε τρέχοντας και άρχισε να σκουπίζει με το βαμβάκι το μύρο από τα εξωτερικά τοιχώματα της λάρνακας και να δίνει τμήματα από μυρωμένο αυτό βαμβάκι στους προσκυνητές.

Σκούπιζε και το μύρο δεν τελείωνε, αλλά συνέχισε να αναβλύζει μυστικά, χωρίς να υπάρχει κάποια ορατή πηγή. Χαρακτηριστικά, του έκανε πολύ εντύπωση ένα γεγονός: με ένα μεγάλο κομμάτι βαμβάκι σκούπισε το μύρο από μια λεία περιοχή της λάρνακας.

Το βαμβάκι σκούπισε καλά όλο το μύρο, όπως όταν σκουπίζουμε ένα τζάμι με ένα στεγνό πανί πιέζοντάς το καλά και αφαιρούμε την υγρασία που μπορεί να υπάρχει επάνω

Το θαύμα της μυρόβλησης

Μια γυναίκα έσυρε την παλάμη του χεριού της πάνω στο τμήμα της λάρνακας που μόλις είχε σπογγιστεί. Ο διάκονος, με θαυμασμό, είδε το χέρι της βρεγμένο από το ελαιώδες κιτρινοπράσινο μύρο!!!

Εν τω μεταξύ η ευωδία είχε πλημμυρίσει όλον τον ναό και ξεχείλιζε από τις ανοιχτές πόρτες προς την οδό Αγίου Δημητρίου, προσελκύοντας τους περαστικούς, που έσπευδαν να δουν τι συμβαίνει και από που προέρχεται η ευωδία αυτή. Όλοι κατευθύνονταν προς την λάρνακα με τα λείψανα του Αγίου Δημητρίου, που ήταν τοποθετημένη όχι στο κιβώριό της (ακόμα δεν είχε κατασκευαστεί) αλλά μπροστά στο τέμπλο του ναού.

Οι ευχάριστες όμως εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί! Οι προσκυνητές διαπίστωσαν ότι όλες οι εικόνες του ναού, οπουδήποτε κι αν βρίσκονταν, σε προσκυνητάρια ή στο τέμπλο, ανέβλυζαν μύρο.

Μάλιστα ο διάκονος είδε προσκυνητές να βγάζουν χαρτομάντηλα και να σκουπίζουν τα τζάμια τα προστατευτικά των εικόνων του τέμπλου και τα χαρτομάντηλα να κιτρινίζουν από το μύρο το οποίο «έτρεχε» και από τις δύο πλευρές του τζαμιού, εσωτερική και εξωτερική. Το μέγεθος του θαύματος ήταν τέτοιο που δεν άφηνε το παραμικρό περιθώριο για αμφισβήτηση.

Δεν καταλαβαίναμε τί ζούσαμε, ήταν κάτι σαν όνειρο μέσα στην ομίχλη, αλλά το ζούσαμε!!! Το ψηλάφιζαν τα χέρια μας, το έβλεπαν τα μάτια μας, το μύριζαν τα αισθητήρια της όσφρησής μας!!!

Σε λίγο χρόνο δημιουργήθηκε μια «ουρά» από ανθρώπους που με δάκρυα στα μάτια προσκυνούσαν την λάρνακα του Μυροβλύτη και συνειδητοποιούσαν γιατί του δόθηκε το προσωνύμιο αυτό.

Ο Άγιος Δημήτριος έφιππος

Ο Άγιος Δημήτριος, εμπνέει με το βίο του, το μαρτύριό του, αλλά και τα θαύματά του τον ορθόδοξο αγιογράφο, ο οποίος συνθέτει ποικίλες εικόνες.

Ο Άγιος Δημήτριος συχνά απεικονίζεται μπροστά στο Μαξιμιανό, στη φυλακή, ευλογώντας το Νέστορα, αλλά επιπλέον επειδή ο Άγιος Δημήτριος είναι και ένας από τους στρατιωτικούς και συγχρόνως προστάτης της Θεσσαλονίκης, που πολλές φορές έσωσε από διάφορους κινδύνους, οι παραστάσεις, στις οποίες ο άγιος εικονίζεται στρατιωτικός, είτε πεζός είτε καβαλάρης, είναι συνηθισμένες στην ορθόδοξη αγιογραφία.

Μεταξύ αυτών των αγιογραφιών ο Άγιος Δημήτριος απεικονίζεται και έφιππος σε κόκκινο άλογο, σε αντίθεση με το λευκό άλογο του Άη Γιώργη.

Στην εικόνα αυτή ο άγιος Δημήτριος παρουσιάζεται καβαλάρης με στρατιωτική στολή πάνω σε κόκκινο άλογο φονεύοντας με το δόρυ του τον τσάρο των Βουλγάρων Σκυλογιάννη. Πρόκειται για το θαύμα που έγινε τον Οκτώβριο του 1207 έξω από τα τείχη της Θεσσαλονίκης.

Ο τσάρος των Βουλγάρων Ιωαννίτζης που οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν Σκυλογιάννη, φονεύτηκε κατά την παράδοση από τον άγιο Δημήτριο, όταν εκείνος πολιορκούσε τη Θεσσαλονίκη. Στο πρόσωπο του αγίου Δημητρίου η Θεσσαλονίκη βλέπει πάντοτε τον προστάτη της, το στήριγμά της. (Η απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους το 1912 συνέπεσε με την ημέρα της γιορτής του αγίου μας).

Δίκαια ο άγιος Δημήτριος αποκαλείται από τον υμνωδό της Εκκλησίας «ο μέγας φρουρός της Θεσσαλονίκης, ο ρύστης εν τοις κινδύνοις ο εξαίρετος, πρόμαχος ο κράτιστος» (Κανώνδεύτερος).

Δίκαια παρατηρήθηκε, πως από όλες τις εικόνες του Αγίου Δημητρίου, η εικόνα του έφιππου αγίου αγαπήθηκε περισσότερο, γιατί ενσαρκώνει τα ελληνικά ιδεώδη της παλληκαριάς και της λεβεντιάς. Στη συνείδηση των πιστών ο άγιος Δημήτριος δεν είναι μόνο, κατά τον υμνωδό, «κρηπίς ακατάβλητος και θεμέλιος άρρηκτος και πολιούχος, οικιστής και υπέρμαχος» της πόλεως της Θεσσαλονίκης και «εν πολλοίς και πολλάκις κινδύνοις χαλεποίς των Θεσσαλονικέων προϊστάμενος», αλλά και ο μέγας υπέρμαχος της οικουμένης.

Για τούτο ψάλλει η Εκκλησία μας, «Μέγαν εύρατο εν τοις κινδύνοις, σε υπέμαχον η οικουμένη, αθλοφόρετα έθνη τροπούμενον. Ως ουν Λυαίου καθείλες την δύναμιν, εν τω σταδίω θαρρύνας τον Νέστορα, ούτως Άγιε, μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος» (απολυτίκιο του αγίου).

Ο Ναός του Αγίου Δημητρίου

Ο Ναός του Αγίου Δημητρίου βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Δημήτριο, τον πολιούχο της πόλης. Βρίσκεται στην ομώνυμη οδό και είναι πεντάκλιτη βασιλική του «ελληνιστικού τύπου», αλλά με πολλά ιδιαίτερα και σπάνια χαρακτηριστικά σε σχέση με άλλους ναούς της ίδιας περιόδου στην Ελλάδα. Διαθέτει εγκάρσιο κλίτος και πλούσιο ζωγραφικό και μαρμάρινο διάκοσμο με περίτεχνα κιονόκρανα.

Στο υπόγειο του ναού βρίσκεται ο χώρος μαρτυρίου του Αγίου. Από τα ψηφιδωτά του, ξεχωρίζει αυτό που απεικονίζει τον ίδιο τον Άγιο με δύο μικρά παιδιά και ένα άλλο, που απεικονίζει τον Άγιο ανάμεσα στον επίσκοπο και στον έπαρχο, οι οποίοι ανακαίνισαν το ναό τον 7ο αι.

Ιστορία του ναού

Ο πρώτος ναός ήταν ένα μικρό προσευχητάριο που ιδρύθηκε μετά το 313 μ.Χ. (Διάταγμα των Μεδιολάνων περί ανεξιθρησκίας) στον τόπο μαρτυρίου του Αγίου Δημητρίου.

Το 412-413 μ.Χ., ο έπαρχος Ιλλυρικού Λεόντιος ίδρυσε στον ίδιο χώρο μια μεγάλη τρίκλιτη βασιλική, κάτω από το ιερό βήμα της οποίας διατήρησε τμήμα των θερμών όπου μαρτύρησε ο Άγιος Δημήτριος. Αυτή κάηκε το 629-634. Μετά την πυρκαγιά ο επίσκοπος Ιωάννης, με οικονομική ενίσχυση των πολιτών έχτισε μια μεγαλύτερη πεντάκλιτη βασιλική που αποτελούσε κατά τη βυζαντινή εποχή το κέντρο λατρείας του Αγίου.

Το 904 ο ναός λεηλατήθηκε από τους Σαρακηνούς. Το 1185, κατά την άλωση της πόλης από τους Νορμανδούς, αφαίρεσαν το σκήνωμα του Αγίου Δημητρίου που φυλασσόταν σε κιβώριο στο κέντρο του ναού. Βρέθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Λαυρεντίου του Κάμπο στη Βόρεια Ιταλία. Η κάρα και μέρος των λειψάνων του Αγίου επιστράφηκαν το 1978 και τοποθετήθηκαν στο δυτικό κλίτος σε αργυρή λειψανοθήκη κάτω από το ομοίωμα του παλιού κιβωρίου, έργο του γλυπτικού οίκου Φιλιππότη από την Τήνο.

Το 13ο αιώνα ο ναός επισκευάστηκε και ανακαινίστηκε. Την εποχή εκείνη χτίστηκε και το παρεκκλήσι του Αγίου Ευθυμίου στην νοτιοανατολική πλευρά του ναού του Αγίου Δημητρίου

Το 1492-93 ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί με το όνομα Κασιμιέ Τζαμί. Τότε η λατρεία του Αγίου άλλαξε τόπο. Ένας παραθαλάσσιος ναός, μία ξυλόγλυπτη τρίκλιτη βασιλική που χτίστηκε στα τέλη του 13ου-αρχές 14ου αι. στην θέση της σημερινής Μητρόπολης, τιμήθηκε στο όνομα του Αγίου Δημητρίου. Μεταφέρθηκαν εκεί η περίφημη εικόνα του Αγίου (είχε ζωγραφιστεί όσο ζούσε) και πολλά κειμήλια. Ο ναός εκείνος κάηκε το 1890.

Επί Βαλή Δεούφ Πασά έγιναν επισκευές στο ναό του Αγίου Δημητρίου και τότε αποκαλύφθηκαν τα μωσαϊκά του. Αποδόθηκε ξανά στη χριστιανική λατρεία το 1912.

Κατά τη διάρκεια της μεγάλης πυρκαγιάς, η οποία κατέστρεψε τα 2/3 της πόλης τον Αύγουστο του 1917, κάηκε σχεδόν ολοκληρωτικά[2] και αναστηλώθηκε το 1948 διατηρώντας αρκετά από τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία. Χάρη στον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο, που είχε κρατήσει σημειώσεις, σχέδια και φωτογραφίες, με τη συνεργασία των Γ. Σωτηρίου, E. Hebrard, Α. Ορλάνδου, Α. Ξυγγόπουλου, Σ. Πελεκανίδη, κ.ά., ο ναός αναστηλώθηκε «εκ βάθρων» για να δοθεί και πάλι στη λατρεία των πιστών στις 26 Οκτωβρίου του 1949, την ημέρα της γιορτής του άγιου.

Λίγο αργότερα, το 1978, τα λείψανα του Αγίου επέστρεψαν από το αββαείο του Αγίου Λαυρεντίου στο Κάμπο της Ιταλίας και τοποθετήθηκαν σε μια αργυρή λάρνακα όπου φυλάσσονται ως σήμερα.

Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO.

Από το 1988 η κρύπτη του ναού λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος (μουσειακή έκθεση), όπου εκτίθενται συλλογή γλυπτών, κιονόκρανων, θωρακίων και αγγείων από τις διάφορες φάσεις της ιστορίας του ναού του Αγίου Δημητρίου.

Εντός του ναού φυλάσσονται επίσης τα λείψανα της Αγίας Ανυσίας και του Αγίου Γρηγορίου Καλλίδου.