8 Οκτωβρίου: της Οσίας Πελαγίας

118

Η Όσια Πελαγία ζούσε στην Αντιόχεια, κατά τους χρόνους του Αυτοκράτορα των Ρωμαίων Νουμεριανού. Η Αγία προερχόταν από μεγάλη οικογένεια. Ήταν πολύ πλούσια, αλλά και ωραιοτάτη εις το σώμα. Η ψυχή της όμως αντίθετα δεν στολιζόταν από ομορφιά, αλλά ήταν ακάθαρτη. Ήταν βουτηγμένη ολόκληρη στο βούρκο της ακολασίας. Ήταν πόρνη. Η ζωή της ήταν βουτηγμένη μέσα στον οίστρο των αμαρτωλών ηδονών. Η ακολασία είχε πορώσει τόσο τη συνείδησή της, ώστε καμιά έννοια μετανοίας να μη μπορεί να εισχωρήσει στην ψυχή της.

Δεν σκεπτόταν η δύστυχη τίποτε άλλο, παρά πώς να στολίζεται με πολύτιμα στολίδια και να ντύνεται προκλητικά. Προσπαθούσε να αυξάνει το φυσικό κάλλος της περισσότερο και να προσελκύει περισσότερους εραστές, διά να τους οδηγεί στην άβυσσο των σαρκικών αμαρτημάτων.

Ο Κύριός μας όμως, πού είναι γεμάτος οικτειρμούς και αγάπη, δεν την περιφρονούσε. Είδε, πώς πίσω από αυτό το κουρέλι της αμαρτίας βρισκότανε μια ψυχή με καλή διάθεση.

Επομένως, θα μπορούσε να πει κανείς, ήταν καταδικασμένη από την επίγεια ζωή της στο πυρ της κολάσεως.

Όμως όχι! Ο πολυεύσπλαχνος Κύριός μας διαβεβαίωσε ότι «αι τελώναι και αι πόρνοι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού».

Δηλαδή, οι τελώνες και οι πόρνες, που στην αρχή έδειξαν απείθεια στο Νόμο του Θεού, αλλά κατόπιν ειλικρινά μετάνιωσαν, προλαμβάνουν στη βασιλεία του Θεού εσάς, που μόνο με τα λόγια δείξατε υπακοή στο Θεό, στην πράξη όμως υπήρξατε απειθείς και άπιστοι.

Πράγματι η Πελαγία τυχαία σε κάποια σύναξη χριστιανών άκουσε θερμό κήρυγμα περί αγνότητας, του επισκόπου Νόννου. Τα λόγια του ήλεγξαν και συγκλόνισαν την ψυχή της. Με τη χάρη του Θεού, απαρνήθηκε την άσωτη ζωή της, πούλησε τα διάφορα κοσμήματά της και τα χρήματα διαμοίρασε στους φτωχούς. Αφού κατηχήθηκε και βαπτίσθηκε, μετά οκτώ μέρες πήγε στην Ιερουσαλήμ, όπου με σκληρή άσκηση πέρασε την υπόλοιπη ζωή της.