4 Δεκεμβρίου: της Αγίας Βαρβάρας της Μεγαλομάρτυρος

409

Η Αγία Βαρβάρα ήταν ένα πολύ όμορφο κορίτσι που έζησε περί τον 3ο αιώνα μ. Χ στην πόλη Ηλιούπολη στo σημερινό Λίβανο. Ο Διόσκορος, ο πατέρας της, ήταν πλούσιος άρχοντας του τόπου και φανατικός ειδωλολάτρης. Καθώς ετοιμαζόταν για να ένα μακρινό ταξίδι και θέλοντας να διαφυλάξει την κόρη του από τα βλέμματα των αντρών, την έκλεισε σε ένα πύργο και ζήτησε να χτιστεί γι αυτήν ένα λουτρό, ούτως ώστε να μην χρειάζεται να χρησιμοποιεί τα δημόσια λουτρά.

Η αγία Βαρβάρα παρόλο που ήταν κλεισμένη στον πύργο, κατάλαβε ότι τα είδωλα ήταν ψεύτικα και έγινε χριστιανή. Μάλιστα για να τιμήσει την Αγία Τριάδα, διέταξε να φτιάξουν τρία παράθυρα στο νέο λουτρό ενώ το σχέδιο του πατέρα της προέβλεπε δυο παράθυρα.

Όταν γύρισε από το ταξίδι του ο Διόσκορος, έφερε μαζί του πολλά προξενιά για την νεαρή κόρη του, εκείνη όμως τα αρνήθηκε και δήλωσε ότι θα αφιέρωνε τη ζωή της στο Θεό.

Τότε ο πατέρας της, βλέποντας αυτή την αλλαγή, οργίστηκε και προσπάθησε να την σκοτώσει. Εκείνη ξέφυγε και κρύφτηκε στο βουνό μέσα σε ένα βράχο που θαυματουργικά σχίστηκε για να προφυλάξει την αγία.

Χάρη στην πληροφορία ενός βοσκού, ο Διόσκορος την ανακάλυψε και την παρέδωσε στον Ρωμαίο Έπαρχο κατά τους διωγμούς των Χριστιανών.

Τα βασανιστήρια της Αγίας

Ο Έπαρχος, θαυμάζοντας την ομορφιά της, προσπάθησε στην αρχή να την μεταπείσει, βλέποντας όμως ότι εκείνη ήταν ανένδοτη την υπέβαλε σε πολλά βασανιστήρια.

Διέταξε να την μαστιγώσουν ανελέητα και ύστερα την φυλάκισε. Μέσα στη φυλακή όμως ο Θεός γιάτρεψε τις πληγές της και αυτό δυνάμωσε ακόμη περισσότερο την πίστη της.

Όχι μόνο δεν δεχόταν να αρνηθεί το Χριστό αλλά χλεύαζε και τα είδωλα μπροστά στον έπαρχο.

Εκείνος οργισμένος θέλησε να την διαπομπεύσει δημόσια βγάζοντας την έξω γυμνή. Ενώ όμως έβγαζαν τα ρούχα της, στο σώμα της εμφανίζονταν ακόμη πιο όμορφα ρούχα.

Τελικά ο Έπαρχος διέταξε τον αποκεφαλισμό της, και όρισε την ποινή να εκτελέσει ο ίδιος ο πατέρας της που ήταν και επιθυμία του. Την στιγμή όμως που είχε αποτελειώσει το έγκλημά του, ο πατέρας έπεσε νεκρός χτυπημένος από κεραυνό κατά θεία δίκη.

Η Εκκλησία μας ανακήρυξε την Βαρβάρα αγία και την θεωρεί ως μία από τις μεγαλομάρτυρές της.

Προστάτιδα του πυροβολικού

Η Αγία Βαρβάρα θεωρείται όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σ΄ άλλες Χώρες Αγία προστάτις πυροβολικού. Στην Ελλάδα καθιερώθηκε ως Προστάτις του όπλου αυτού το 1828 μ.Χ. όπου και αναφέρεται η πρώτη σχετική τελετή με δοξολογία και παράθεση στη συνέχεια γεύματος όπου έλαβαν μέρος αξιωματικοί και οπλίτες πυρβολητές.

Στη Ορθόδοξη εικονογραφία η Αγία Βαρβάρα ζωγραφίζεται πολλές φορές μ’ ένα ποτήριο στο χέρι όντας προστάτιδα ενάντια στο αιφνίδιο θάνατο και μη θέλοντας να στερηθούν οι ετοιμοθάνατοι την θεία κοινωνία. Συχνά τη συναντούμε κοντά σ΄ έναν πύργο (με τρία παράθυρα) ή κρατώντας ένα βιβλίο (για τους ετοιμοθάνατους) ή ένα κλαδί φοίνικα.

Ο Γερμανός που πυροβόλησε την Αγία Βαρβάρα στο λαιμό

«Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, στην πόλη της Σπάρτης, υπήρχε ένας Γερμανός στρατιώτης, γνωστός στην τοπική κοινωνία για το δύστροπο και κακό χαρακτήρα του. Μια μέρα καθώς περνούσε από το ναό της Αγίας Βαρβάρας, πυροβόλησε κατ’ επανάληψη την εικόνα της Αγίας που βρισκόταν στο εικονοστάσι της διασταύρωσης προς την Καλογωνιά, απέναντι από το ναό.

Μια από τις σφαίρες, πέτυχε τη μορφή της Αγίας στο ύψος του λαιμού. Το γεγονός όπως ήταν φυσικό θορύβησε και στεναχώρησε τους Σπαρτιάτες.

Λίγες μέρες αργότερα, ο ίδιος Γερμανός μεθοκοπούσε σε ένα υπόγειο καπηλειό της πόλης, στη συμβολή των οδών Γκορτσολόγου και Κλεομβρότου, όπου μέχρι σήμερα διασώζεται το κτήριο. Κάποια στιγμή, πιθανώς μετά από λεκτική διένεξη, άρχισε να πυροβολεί μέσα στο μαγαζί. Μια από τις σφαίρες εξοστρακίστηκε στον πέτρινο τοίχο και επιστρέφοντας τον πέτυχε στο λαιμό, ακριβώς στο ίδιο σημείο που είχε χτυπήσει ο ασεβής την εικόνα της Αγίας Βαρβάρας. Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. Ποτέ οι Γερμανοί δεν αναζήτησαν ευθύνες από τους Έλληνες αφού υπήρχαν και αρκετοί ακόμα Γερμανοί που είδαν τι ακριβώς συνέβη. Κάποιοι μάλιστα αναφέρουν ότι τις επόμενες ημέρες εθεάθησαν αρκετοί Γερμανοί στρατιώτες να προσκυνούν την πυροβολημένη εικόνα.

Το νέο διαδόθηκε γρήγορα στην πόλη και ενδυνάμωσε την πίστη του σπαρτιατικού λαού, που από τότε σέβεται και τιμά την Αγία ακόμα περισσότερο».

Τα Λείψανα της Αγίας

Τα Λείψανα της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας διαφυλάχθηκαν στην Κωνσταντινούπολη μέχρι τον 11ο αιώνα μ.Χ.., οπότε ένα μέρος τους μεταφέρθηκε στη Βενετία, όταν Δόγης ήταν Ο Πέτρος Β’ Orseol (991 – 1009 μ.Χ.). Τα Λείψανα μεταφέρθηκαν από την Πριγκίπισσα Μαρία Αργυροπούλα, η οποία νυμφεύθηκε τον γιό του Δόγη Πρίγκιπα Ιωάννη. (Σύμφωνα με μέρος των πηγών – Ιωάννη τον Διάκονο και Ανδρέα Δάνδολο – η Μαρία ήταν ανιψιά ή και αδελφή των Αυτοκρατόρων Βασιλείου Β’ του Βουλγαροκτόνου και Κωνσταντίνου Η’, όμως το πλέον πιθανό είναι να ήταν μία από τις αδελφές του μελλοντικού Αυτοκράτορα Ρωμανού Γ’).

Ο Πριγκιπικός Γάμος ευλογήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, με παρανύμφους τους Αυτοκράτορες. Μάλιστα η παραμονή του ζεύγους στη Βασιλεύουσσα παρατάθηκε μέχρι το 1004 μ.Χ. (εκεί γεννήθηκε και το πρώτο παιδί τους).

Στη Βενετία τα Λείψανα της Μεγαλομάρτυρος κατατέθηκαν στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Μάρκου. Ο Ιωάννης πέθανε από πανώλη στη Βενετία, το 1009 μ.Χ. Μετά τον θάνατό του δύο αδέλφια του, ο Επίσκοπος του Τορτσέλλο Όρσο και η Φιληκίτη, Ηγουμένη της Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου επίσης στο Τορτσέλλο, πέτυχαν την μεταφορά των Λειψάνων στη Μονή αυτή, όπου παρέμειναν μέχρι τον 18ο αιώνα μ.Χ.

Τα Λείψανα μεταφέρθηκαν και πάλι στο Ναό του Αγίου Μάρκου κατά την περίοδο των Ναπολεοντίων Πολέμων, όπου και σήμερα φυλάσσονται. Πάντως μέρος τους παρέμεινε και στη Μονή του Τορτσέλλο. Δεν είναι γνωστό πότε και κάτω από ποιες συνθήκες η Κάρα της Αγίας μεταφέρθηκε στο Μοντεκοτίνι της Ιταλίας, όπου σήμερα φυλάσσεται, όπως και το μέρος των Λειψάνων που φυλάσσεται στο Ρωμαιοκαθολικό Ναό του Ριέτι.

Επίσης, κατά το 12ο αιώνα μ.Χ., μέρος υπολοίπων λειψάνων της Αγίας μεταφέρθηκαν από την Κωνσταντινούπολη στο Μοναστήρι του Αγίου Μιχαήλ με τους Χρυσούς Τρούλους στο Κίεβο, όπου παρέμειναν ως το 1930 μ.Χ., όταν μεταφέρθηκαν εκ νέου στον Καθεδρικό Ναό του Αγ. Βλαδίμηρου στην ίδια πόλη.

Την 1η Ιουνίου 2003 μ.Χ., μετά από ενέργειες του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου προς την Ρωμαιοκαθολική Επισκοπή της Βενετίας και τον Επίσκοπό της Άγγελο Scolla, δόθηκε μέρος των Λειψάνων της Αγίας στην Εκκλησία της Ελλάδος. Το Λείψανο παραλήφθηκε με τις δέουσες τιμές από τον Γενικό Διευθυντή της Αποστολικής Διακονίας Επίσκοπο Φαναρίου Αγαθάγγελο και κατατέθηκε στο ομώνυμο Προσκύνημα του Δήμου Αγίας Βαρβάρας Αττικής.