Κ. Γουργουλιάνης: Πώς θα «εξαντληθεί» ως τα Χριστούγεννα η ομάδα των ξεροκέφαλων – Φτάνω σε σημείο να λέω ναι στην υποχρεωτικότητα

251

Με μεστό αλλά πάντα με ουσιαστικό λόγο ο Καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και πρώην Πρύτανης κ. Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης μιλώντας στο Ράδιο ΕΝΑ, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τους ανεμβολίαστους και επισημαίνει πως 600.000 συμπολίτες που παραμένουν ανεμβολίαστοι και είναι από 60 ετών και άνω είναι αυτοί που δεν αλλάζουν γνώμη και «τροφοδοτούν» το ΕΣΥ, ενώ σχολίασε πως έως τα Χριστούγεννα με φυσική νόσηση αλλά και με απώλειες, αυτή η ομάδα των «ξεροκέφαλων» όπως τους χαρακτηρίζει πιθανώς να εξαντληθεί, καθώς ο ιός έχει  ταχύτατο ρυθμό μετάδοσης.

Δεν πρέπει να γίνονται διακρίσεις στα μέτρα

Ο Καθηγητής Πνευμονολογίας τόνισε πως στον καιρό της πανδημίας τα θέματα αντιμετώπισης της πανδημίας δεν πρέπει να γίνονται αντικείμενο πολιτικών αντιπαραθέσεων και δεν γίνεται  να εφαρμόζονται διαφορετικά μέτρα. Ο κ. Γουργουλιάνης σημείωσε πως στην Ευρώπη, οι χώρες που πέτυχαν καλύτερα αποτελέσματα με την πανδημία ήταν αυτές με συγκεκριμένα μέτρα για όλους.

«Δεν κάνουν διάκριση για το τι θα εφαρμόσουν στις εκκλησίες. Τα καταστήματα απ’ έξω λένε ότι πχ μπορούν να μπουν έξι άτομα στο κατάστημα. Μέσα φοράει ο πωλητής και ο πελάτης τη μάσκα του αυτό κρατάει για λίγη ώρα, και τίποτα άλλο. Η εξειδίκευση των μέτρων μόνο κακό κάνει και πρέπει να το σταματήσουμε αυτό γιατί πίσω από αυτό βγάζει κανείς πολιτικές, δοξασίες , ιδεοληψίες», είπε ο Καθηγητής.

Αναφορικά με την εξαίρεση από τα μέτρα των εκκλησιών από την πολιτεία, ο κ. Γουργουλιάνης σημείωσε ότι «οι άνθρωποι που γεμίζουν τα Νοσοκομεία και περνάνε βαρύτερα είναι οι ανεμβολίαστοι πάνω από 50 ετών. Προφανώς αυτοί είναι που πηγαίνουν συχνότερα στις εκκλησίες και είναι περίεργο να αφήσεις τους ανθρώπους αυτούς να είναι ο ένας πάνω στον άλλο, ανεμβολίαστους και χωρίς μάσκα.

Καταλαβαίνω τη διάθεση κάποιου να προσευχηθεί και να πάει στην εκκλησία αλλά ας κρατήσουμε τα ίδια κριτήρια που κρατάμε κι αλλού. Δεν είναι κάτι διαφορετικό επιδημιολογικά. Καταλαβαίνω ότι η πίστη για πολλούς ανθρώπους και για μένα είναι κάτι ιδιαίτερο, αλλά είναι άλλο το ένα κι άλλο το άλλο. Εδώ μιλάμε με επιδημιολογικά κριτήρια».

Σε σχέση δε με τις αποφάσεις που λαμβάνονται ο Καθηγητής ξεκαθάρισε πως οι αποφάσεις είναι των πολιτικών και αυτό είναι ξεκάθαρο, καθώς οι επιστήμονες δεν λαμβάνουν αποφάσεις, αλλά συμβουλεύουν και γι’ αυτό δεν πρέπει να τίθεται θέμα ευθυνών.

«Ως πρύτανης ή ως διευθυντής κλινικής την ευθύνη την έχω εγώ, δεν την έχουν οι γιατροί που εισηγούνται σε μένα κάποιες αποφάσεις, το ίδιο και ως πρύτανης. Οι αποφάσεις είναι των πολιτικών, οι επιστήμονες είναι σύμβουλοί τους κι αυτό είναι ξεκαθαρισμένο, δεν είναι πρωτοτυπία», σχολίασε.

Φτάνω σε σημείο να λέω ναι στην υποχρεωτικότητα

Βλέποντας τις νοσηλείες των ανεμβολίαστων να αυξάνονται ο κ. Γουργουλιάνης δηλώνει πλέον υπέρ της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού σε ανθρώπους 60 ετών και άνω, που είναι και αυτοί που τροφοδοτούν το σύστημα υγείας και αυτοί που το… μπλοκάρουν.

«Έχω φτάσει εγώ, που είμαι ένας δημοκρατικός πολίτης να λέω ότι ίσως είναι αναγκαία η υποχρεωτικότητα σε ανθρώπους άνω των 60 ετών. Θα μπορούσε κάποιος να το επιβάλλει με έναν τρόπο έμμεσο που είναι σχεδόν υποχρεωτικός όπως πχ στις εκκλησίες ότι θα μπουν μέσα μόνο οι εμβολιασμένοι. Είναι ακραίο αλλά πρέπει να γίνει με κάποιο τρόπο. Αν είναι κάποιος 60 ετών και ανεμβολίαστος να μην πάει στη δουλειά του. Είναι σκληρά αυτά που λέω αλλά αυτά είναι τα δεδομένα.  Ο φόβος σπρώχνει πολλούς γιατί έχουμε μία αύξηση της πρώτης δόσης αλλά δεν νομίζω ότι είναι αρκετό, ειδικά για τους μεγάλους ανθρώπους , τους ευάλωτους να τους πείσουμε για τον εμβολιασμό. Επιμένουν οι 600.000 κι αυτοί είναι που τροφοδοτούν το σύστημα και είναι ξεροκέφαλοι.

Έχω στερέψει από ιδέες για το πως θα πείσουμε αυτούς τους ανθρώπους. Δεν βλέπω άλλη λύση πλην της υποχρεωτικότητας. Στην δική μας κλινική μπήκαν 13 κι άλλοι τόσοι στην παθολογική,  οι δέκα  ανεμβολίαστοι και τρεις εμβολιασμένοι με σχετικά ήπια νόσο, τα λέμε αλλά δεν γίνεται τίποτα άλλο», υπογράμμισε ο Καθηγητής Πνευμονολογίας.

Μάλιστα σε σχέση με τις ενδεχόμενες χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις κι αν αυτές πρέπει να γίνουν έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα η άποψη του καθηγητή φαίνεται πως είναι σκληρή, όμως ταυτόχρονα φαίνεται και άκρως ρεαλιστική και πραγματική.

«Κινδυνεύουμε κι εγώ κι άλλοι συνάδελφοι με τρομολαγνικές προβλέψεις αλλά με απλά μαθηματικά κινδυνεύουμε από το 20% που είναι ανεμβολίαστοι και επιμένουν να είναι ανεμβολίαστοι . Ο ρυθμός που αυτοί οι άνθρωποι μολύνονται είναι ταχύτατος. Το τελευταίο τρίμηνο ένας στους 25 μολύνθηκε. Με την ταχύτητα που προχωρά η πανδημία με νόσο και δυστυχώς με απώλειες,  τα Χριστούγεννα θα έχει εξαντληθεί ο αριθμός των 600.000 και επομένως θα έχουμε φτάσει στην ανοσία που άλλες χώρες έχουν πετύχει με εμβόλια και νόσο, αλλά πιθανώς τα Χριστούγεννα να μην υπάρχει νόσος. Μπορούμε να προχωρήσουμε στην πραγματική ζωή, ο ρυθμός της πανδημίας είναι γρηγορότερος απ’ ότι υπολόγιζα, με απώλειες όμως πιθανότατα να εξαντληθεί η ομάδα των ξεροκέφαλων», είπε χαρακτηριστικά.

Το πρόβλημα των Νοσοκομείων είναι η έλλειψη γιατρών όχι μηχανημάτων

Ο κ. Γουργουλιάνης μίλησε όμως και για τις αντοχές του ΕΣΥ επισημαίνοντας και τα προβλήματά του τα οποία σύμφωνα με τον ίδιο δεν είναι οι αναπνευστήρες και τα μηχανήματα, αλλά η έλλειψη γιατρών και κυρίως εξειδικευμένων γιατρών. Όμως, όπως είπε, τώρα είναι πολύ δύσκολο να «φτιάξεις» γιατρούς. Ακόμη ένα μεγάλο αγκάθι είναι η έλλειψη  πρωτοβάθμιας φροντίδα υγείας, «τρένο» που χάθηκε γιατί δεν δημιουργήθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Αναφορικά με το σύστημα υγείας ο Καθηγητής το χαρακτήρισε ακορντεόν. «Αντέχει από πλευράς κρεβατιών εντατικής για covid γιατί αυξάνονται, αλλά από την άλλη αρχίζει ένας αγώνας για να βρεις κρεβάτι συμβατικής εντατικής για ένα τροχαίο. Το ότι μειώθηκαν οι ασθενείς που προσέρχονται στα εξωτερικά ιατρεία ή μειώθηκαν τα χειρουργεία, αυτά τα θέματα  θα βγουν μπροστά μας σύντομα, τον επόμενο μήνα. Είναι γενικότερο το πρόβλημα αυτό στο ΕΣΥ, δεν θα μπορούσαμε να έχουμε 1300 κρεβάτια ΜΕΘ , αλλά τον Οκτώβριο είχαμε 800 νοσηλευόμενους, τώρα έχουμε 400, άρα αντέχει το σύστημα, αλλά καθυστερούν κάποιοι άλλοι άρρωστοι, κάποια άλλα νοσήματα», είπε χαρακτηριστικά.