17 Ιανουαρίου : του Αγίου Αντωνίου του Μέγα

124

Ο Μέγας Αντώνιος γεννήθηκε το 251 μ.Χ. στην Άνω Αίγυπτο από πλούσιους και ενάρετους γονείς, τους οποίους έχασε σε νεαρή ηλικία.

Συγκεντρώνει όμως την προσοχή του στην μυστική θεωρία των μοναχών της ερήμου και στην φροντίδα της μικρής αδελφής του. Γρήγορα αποφασίζει να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και αναχωρεί για την έρημο, αφού πρώτα τακτοποίησε την μικρότερη αδελφή του και μοίρασε την μεγάλη πατρική περιουσία στους φτωχούς της περιοχής του.

Στην έρημο παίδευσε την ψυχή του και τιθάσευσε τα πάθη του φθάνοντας στα ανώτατα όρια της άσκησης ώστε η ψυχή του αγίου μπορούσε να εξέρχεται του σώματός του ενώ βρισκόταν ακόμη εν ζωή. Γίνεται το πρότυπο των ασκητών. Πολλοί εξ αυτών έφθαναν στην έρημο για να τον ακούσουν και να τον συμβουλευθούν.

Ο  Άγιος Αντώνιος, ο επονομασθείς από την εκκλησία Μέγας, κοιμήθηκε το 356 σε ηλικία 105 ετών, έχοντας απόλυτη σωματική και πνευματική υγεία. Λίγο πριν από την αποδημία του χάρισε στους δύο πιο διαπρεπείς μαθητές του, τον Σεραπίωνα και τον Μέγα Αθανάσιο, τα μοναδικά του περιουσιακά στοιχεία, ένα χιτώνιο και δύο μηλωτές (προβιές). Σύμφωνα με την επιθυμία του, ο τόπος της ταφής του παρέμεινε μυστικός. Αργότερα, τα λείψανά του μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια επί Ιουστινιανού (561) και από εκεί το 635 στην Κωνσταντινούπολη. Τον 11ο αιώνα τα παρέλαβε ένα γάλλος ευγενής, ονόματι Ζοσλέν, ο οποίος τα εναπόθεσε στο Αββαείο του Αγίου Αντωνίου, στην ομώνυμη πόλη της Ν.Α. Γαλλίας (Saint-Antoine-l’Abbaye), όπου βρίσκονται σήμερα.