Οι πολεμικές επιχειρήσεις του Αττίλα Ι

334

Η αρχική αντίδραση του Γενικού Επιτελείου της Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) στην τουρκική εισβολή ήταν άτολμη και σποραδική. Η πρώτη προσπάθεια αντιμετώπισης του τουρκικού προγεφυρώματος στο Πέντε Μίλι της Κερύνειας ξεκίνησε να πραγματοποιείται δεκαπέντε λεπτά μετά την αποβίβαση, στις 07.30. Στις 10.00, τμήματα του 251 ΤΠ μαζί με λιγοστά άρματα προσέβαλαν τα αποβατικά στρατεύματα, με αποτέλεσμα να προκληθούν σοβαρές απώλειες στους Τούρκους. Ωστόσο, οι δυνάμεις που διατέθηκαν δεν αποδείχθηκαν επαρκείς.

Σε αυτή τη φάση, το ΓΕΕΦ έκρινε ορθό να ρίξει το βάρος της προσπάθειας στη διάσπαση του ισχυρού τουρκικού θυλάκου που ξεκινούσε από τη Λευκωσία, ήλεγχε τον κύριο δρόμο Λευκωσίας – Κερύνειας και τις πέριξ κορυφές του Πενταδακτύλου. Γύρω στις 09.30 το 2ο Τάγμα της ΕΛΔΥΚ έλαβε διαταγή για επίθεση κατά του Κιόνελι. Ομως τα ισχυρά οχυρωματικά έργα, η ενίσχυση του χωριού με τους άνδρες της ΤΟΥΡΔΥΚ και τις δυνάμεις που είχαν ριφθεί από το πρωί, καθώς και η απουσία σωστής προετοιμασίας και συντονισμού της επιθετικής ενέργειας, ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στη μη επίτευξη του σκοπού της πρωινής επίθεσης εναντίον του θύλακα. Οι επιχειρήσεις εναντίον των άλλων θυλάκων, παρότι κρατούσαν δεσμευμένες δυνάμεις που θα μπορούσαν να διατεθούν είτε στον θύλακα της Αγίρδας είτε στο προγεφύρωμα, είχαν, ως επί το πλείστον, θετική κατάληξη για την Εθνική Φρουρά (Ε.Φ.).

Το βράδυ εξέλειπε το μεγαλύτερο πλεονέκτημα για τους Τούρκους –η ανεμπόδιστη δράση της αεροπορίας– και έτσι διαφοροποιήθηκαν τα δεδομένα. Ηδη από το απόγευμα της 20ής Ιουλίου «είχε αρχίσει το 12ωρο που θα έκρινε την τύχη της αποβάσεως στην Κύπρο», έγραψε χαρακτηριστικά ο Τούρκος δημοσιογράφος Μεχμέτ Αλή Μπιράντ. Το ΓΕΕΦ, μετά την εγκληματική απραξία των ωρών προ της εισβολής, επιχειρούσε να ανατρέψει την εις βάρος του κατάσταση. Τις επόμενες ώρες θα κρινόταν η έκβαση της σύγκρουσης.

Βραδινή αντεπίθεση της Εθνικής Φρουράς

Σκοπός της βραδινής επίθεσης της Ε.Φ. ήταν η εξουδετέρωση του προγεφυρώματος στην ακτή Πέντε Μίλι και η εκ νέου προσπάθεια για διάσπαση του ισχυρού θυλάκου Λευκωσίας – Αγίρδας. Στις 18.30 ξεκίνησε την ενέργειά της η ΕΛΔΥΚ εναντίον του θυλάκου. Τρεις μοίρες πυροβολικού υποστήριζαν την επίθεση. Η παράλληλη δράση των αρμάτων της Ε.Φ. δεν υποβοήθησε ουσιαστικά την προσπάθεια. Ετσι, οι δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ καθηλώθηκαν και ανέμεναν την ενέργεια της Ε.Φ. Οι επιθέσεις της Ε.Φ. εκδηλώθηκαν με χρονική καθυστέρηση και παρότι σημείωσαν κάποιες επιτυχίες, τελικά ανακόπηκαν σε διάφορα σημεία. Ιδιαίτερης σφοδρότητας ήταν οι επιχειρήσεις των μονάδων καταδρομών σε κορυφές του Πενταδακτύλου.

Στις 02.30 της 21ης Ιουλίου, εξαπολύθηκε επίθεση και κατά του προγεφυρώματος. Οι ελληνικές δυνάμεις άσκησαν ισχυρή πίεση στις τουρκικές, αλλά δεν κατάφεραν να εισχωρήσουν περισσότερο από 800-1.000 μέτρα, καθώς έλειπαν τα υποστηρικτικά πυρά πυροβολικού. Οι επικεφαλής του ΓΕΕΦ γνώριζαν ότι με το πρώτο φως η τουρκική αεροπορία θα επανήρχιζε το φονικό της έργο. Ως εκ τούτου, η ΕΛΔΥΚ και οι δυνάμεις της Ε.Φ., που συμμετείχαν στις βραδινές επιχειρήσεις, διατάχθηκαν, λίγο πριν από το πρώτο φως της 21ης Ιουλίου, να επιστρέψουν στις αρχικές θέσεις τους.


20 Ιουλίου, Τούρκοι στρατιώτες μπαίνουν σε κυπριακό χωριό.

Με το πέρας των βραδινών επιχειρήσεων ούτε ο θύλακος διασπάστηκε, ούτε το προγεφύρωμα κατέστη δυνατό να εξουδετερωθεί. Οι πιο κρίσιμες ώρες για την άμυνα της Κύπρου διέρρευσαν χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα.

Τα ξημερώματα της 21ης Ιουλίου, η τουρκική αεροπορία επανέλαβε τη δράση της. Tο αρματαγωγό «Λέσβος», που είχε αποβιβάσει στην Πάφο την 103 σειρά της ΕΛΔΥΚ που κατευθυνόταν στην Ελλάδα και είχε κανονιοβολήσει την τουρκική συνοικία συμβάλλοντας στην εκπόρθησή της, κινήθηκε νότια για να αποφύγει τουρκικές περιπολίες μεταξύ Ρόδου και Κύπρου. Την περιοχή διέπλεαν διάσπαρτα εμπορικά πλοία που συνέστησαν νηοπομπή για την ασφάλειά τους. Τουρκικό αναγνωριστικό αεροσκάφος τα είδε και, έχοντας υπόψη τη δράση του «Λέσβος», ενημέρωσε το τουρκικό γενικό επιτελείο για ύπαρξη υποτιθέμενης ελληνικής νηοπομπής. Τρία τουρκικά πολεμικά σκάφη διατάχθηκαν να βυθίσουν την «ελληνική νηοπομπή». Οι Τούρκοι αποφάσισαν να στείλουν και δύο πολεμικά σμήνη στην περιοχή. Αποτέλεσμα ήταν να συμπλακούν στις 15.05 μεταξύ τους τα τουρκικά αεροσκάφη με τα τουρκικά αντιτορπιλικά, να σκοτωθούν 54 Τούρκοι και να καταστραφεί το αντιτορπιλικό «Κοτσάτεπε».

Η Κερύνεια πέφτει πριν από την εκεχειρία

Στις 21 Ιουλίου, οι Τούρκοι από τον θύλακο προωθήθηκαν ανατολικά επί του Πενταδακτύλου, ενώ στο δυτικό μέτωπο το 231 ΤΠ πέτυχε ελαφρά εισχώρηση στον θύλακο. Στο τουρκικό προγεφύρωμα σημειώθηκε μικρή διεύρυνση ανατολικά και νότια.

Στις 22.40 της 21ης Ιουλίου απογειώθηκαν από το αεροδρόμιο της Σούδας 15 μεταγωγικά αεροσκάφη στα οποία επέβαινε η Α΄ Μοίρα Καταδρομών. Σε χαμηλό ύψος και με σβησμένα φώτα, η πτήση διήρκεσε περίπου τρεις ώρες. Η ενημέρωση του ΑΕΔ στο ΓΕΕΦ για την αποστολή της Μοίρας έγινε στις 00.30. Το ΓΕΕΦ εξέδωσε τη σχετική διαταγή για δέσμευση των αντιαεροπορικών όπλων στην περιοχή του αεροδρομίου στη 01.30. Η διαταγή δεν έφτασε έγκαιρα σε όλες τις μονάδες πέριξ του αεροδρομίου. Στη 01.52 προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο το «Νίκη 2» και στη 01.55 το «Νίκη 1». Η προσγείωση αεροσκαφών έθεσε σε κινητοποίηση τα αντιαεροπορικά στοιχεία πέριξ του αεροδρομίου, τα οποία άρχισαν να βάλλουν. Καταρρίφθηκε το «Νίκη 4», από το οποίο επέζησε μόνο ο καταδρομέας Αθανάσιος Ζαφειρίου. Ζημιές προκλήθηκαν και σε άλλα αεροσκάφη.

Αποτέλεσμα της ασυνεννοησίας ήταν να χάσουν τη ζωή τους τέσσερις αεροπόροι και 31 καταδρομείς. Εντεκα αεροσκάφη που μπορούσαν να απογειωθούν επέστρεψαν στην Ελλάδα, ενώ τα άλλα καταστράφηκαν για να μη γίνει αντιληπτή η ελληνική βοήθεια στην Κύπρο.

Τις πρωινές ώρες της 22ας Ιουλίου περί τις 07.00-08.00 κατέφθασε στις ακτές της Κερύνειας το δεύτερο τουρκικό αποβατικό κύμα με σημαντικές ενισχύσεις. Οι Τούρκοι γνώριζαν ότι το απόγευμα εκείνης της ημέρας θα κηρυσσόταν εκεχειρία και προσπάθησαν να καταλάβουν την Κερύνεια και να συνενώσουν το προγεφύρωμα με τον θύλακο Λευκωσίας – Αγίρδας. Προς επίτευξη του στόχου τους, έδρασαν γρήγορα και με όλες τους τις δυνάμεις έχοντας θέσει ως προτεραιότητα της ενέργειάς τους την κατάληψη της Κερύνειας. Ακολούθησε απεγνωσμένη προσπάθεια μονάδων της Ε.Φ., που κόστισε πολλά θύματα, για αποτροπή μιας τέτοιας εξέλιξης. Ωστόσο, οι Τούρκοι εισήλθαν λίγο μετά το μεσημέρι στην πόλη του Πράξανδρου διαπράττοντας λεηλασίες και εν ψυχρώ δολοφονίες.

Ο δρόμος πλέον ήταν ανοικτός για την προέλαση προς Νότο και τη συνένωση του διευρυμένου πλέον προγεφυρώματος με τον θύλακο Λευκωσίας – Αγίρδας. Οντως, στις 16.00, ώρα κήρυξης της εκεχειρίας, οι Τούρκοι εκπλήρωναν τον στόχο τους. Πλέον οι κατεχόμενες περιοχές ξεκινούσαν από το κέντρο της Λευκωσίας και έφθαναν μέχρι την Κερύνεια.


Ο Αγιος Γεώργιος στον Αγιο Κασιανό. Οι καταστροφές της κυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς είναι τεράστιες τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο «Αττίλα».

Τουρκική προώθηση και ελληνικά λάθη

Το γεγονός της εκεχειρίας φάνηκε μόνο από την απουσία της τουρκικής αεροπορίας. Ο τουρκικός στρατός προχωρούσε εκμεταλλευόμενος την υπεροπλία του και την απουσία των εύστοχων βολών του Πυροβολικού της Ε.Φ. που είχε παύσει τη δράση του λόγω της εκεχειρίας.

Κατέλαβε τα προάστια της Λευκωσίας Νεάπολη, Τράχωνας και Ομορφίτα, ενώ οι πολεμιστές του 211 ΤΠ απέτρεψαν περαιτέρω προώθηση. Στο ανατολικό μέτωπο οι Τούρκοι εξορμώντας από τον θύλακο, κινήθηκαν με άρματα και πεζικό ανατολικά, ανέτρεψαν τον 1ο λόχο του 361 ΤΠ και κατέλαβαν το χωριό Δίκωμο. Την ίδια μέρα σημειώθηκε μικρή τουρκική προώθηση στο δυτικό μέτωπο, ενώ στις 23 Ιουλίου η προώθηση των Τούρκων συνέχισε ανατολικά με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό και την καταστροφή της 181 ΜΠΠ και της 191 ΠΟΠ.

Το βράδυ της 22ας Ιουλίου οι τουρκικές δυνάμεις επιχείρησαν να καταλάβουν το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, όμως αποκρούστηκαν από τους άνδρες της. Η τουρκική προώθηση συνεχίστηκε και στις επόμενες ημέρες. Στις 24 Ιουλίου στην περιοχή του χωριού Κουτσοβέντης, μικρή ομάδα ανδρών του 361 ΤΠ κατάφερε να σταματήσει την τουρκική προέλαση και να αποτρέψει την κατάληψη της κωμόπολης της Κυθρέας. Στο δυτικό μέτωπο η τουρκική προώθηση σταμάτησε στις 26 Ιουλίου στο χωριό Αγιος Ερμόλαος.

Οι παράγοντες που έκριναν τη μάχη της Κύπρου στην πρώτη φάση του πολέμου ήταν κατ’ αρχάς η ατολμία και η αναποφασιστικότητα του ΑΕΔ και του ΓΕΕΦ να διατάξουν έγκαιρα εφαρμογή του Σχεδίου Αμύνης Κύπρου ώστε η τουρκική ενέργεια να έβρισκε την Ε.Φ. σε ετοιμότητα.

Αυτό μείωσε την επιχειρησιακή ικανότητα των μονάδων και έκαμψε το φρόνημα των ανδρών τους πριν καν εισέλθουν στις επιχειρήσεις.


Ο προεδρεύων της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γλαύκος Κληρίδης, παραχωρεί συνέντευξη Τύπου αμέσως μετά την παράδοση της εξουσίας από τον Ν. Σαμψών.

Δεύτερος παράγοντας ήταν η αποδιοργάνωση που είχε επέλθει στην Εθνική Φρουρά εξαιτίας του πραξικοπήματος, η απώλεια της ψυχικής ενότητας εντός του στρατεύματος και μεταξύ του λαού και η καταπόνηση των μονάδων που συμμετείχαν σε αυτό.

Τρίτος παράγοντας ήταν η απροθυμία της Αθήνας να αποστείλει τις προβλεπόμενες από το Σχέδιο Αμύνης ενισχύσεις προς την Ε.Φ. Οι δυνάμεις αυτές θα μπορούσαν να καταστρέψουν την αποβατική ενέργεια εν τη γενέσει της και θα ενίσχυαν σημαντικά το ηθικό και τη δυναμική της Ε.Φ.

Οι ισχυρές ενισχύσεις που έστειλε η Τουρκία μεταξύ πρώτης και δεύτερης φάσης ήταν, τέλος, ο καθοριστικός παράγοντας που, παρά την υπερπροσπάθεια και την αυτοθυσία των ανδρών της καταβεβλημένης Εθνικής Φρουράς, έγειρε την πλάστιγγα υπέρ των Τούρκων και οδήγησε στην επέκταση των κατεχόμενων από αυτούς εδαφών από το περίπου 10% στις 31 Ιουλίου στο περίπου 37% στις 16 Αυγούστου.

* Ο κ. Χαράλαμπος Αλεξάνδρου είναι δρ Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Πηγή: kathimerini.gr