Τι έχασε, τι κέρδισε ο πολιτισμός από την κρίση

216

Με την έλευση του 2020 τελειώνει η δεκαετία του ’10; Αλλοι λένε ναι, άλλοι λένε όχι. Για τους περισσότερο τυπολάτρες, του χρόνου θα εκπέσει η δεκαετία. Εμείς, από την πλευρά μας, αποφασίσαμε να κάνουμε φέτος έναν απολογισμό για τη δεκαετία 2010-2019, που ήταν βέβαια η περίοδος της κρίσης. Αλλά όχι μόνον. Το αφιέρωμα δεν περιορίζεται μονάχα σε αυτές τις δύο σελίδες, αλλά εξακτινώνεται ελεύθερα και σε άλλες σταθερές στήλες του ένθετου, όπου κάθε συντάκτης αναστοχάζεται και ανατρέχει σε αυτά τα δέκα κρίσιμα για τη χώρα χρόνια. Την ίδια στιγμή, τίθεται πάντοτε ένα ερώτημα: Και τώρα, τι; Ποιες μπορεί να είναι οι προοπτικές για την επόμενη ημέρα; Ευχή όλων, να κάνουμε ένα βήμα μπροστά. Καλή χρονιά σε όλους!

Ηλίας Μαγκλίνης

ΤΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Μάρω Βασιλειάδου: Νέα λέξη η «συνέργεια»

Η δεκαετία που πέρασε προσέθεσε μια λέξη στο λεξιλόγιο του πολιτισμού: τη «συνέργεια» ή «συνέργια». Ο όρος, που στο παρελθόν χρησιμοποιείτο μόνον στην επιστήμη για να δηλώσει τη συνδυασμένη δράση δύο παραγόντων, και στα νομικά για αυτούς που παρείχαν βοήθεια στην τέλεση μιας αξιόποινης πράξης, αντικατέστησε απολύτως τη λέξη «συνεργασία». Μάλλον ο κατά κάποιον τρόπο νεολογισμός δημιουργήθηκε για να τονίσει μια νέα στάση στον χώρο του πολιτισμού: τις συνεργασίες, συμπαραγωγές, κοινές δράσεις και ανταλλαγές μεταξύ πολιτιστικών φορέων, οργανισμών, θεσμών, ιδρυμάτων και τη διάχυσή τους μέσα στην πόλη. Τα έως πρόσφατα «αυστηρά» αρχαιολογικά μουσεία άνοιξαν στη σύγχρονη τέχνη και το θέατρο, το ίδιο συνέβη με τους δήμους και τα σχολεία, τα λιμάνια, τα κλειστά από καιρό κτίρια της πόλης. Από αυτή τη συνεργατική διάθεση μεταξύ ανόμοιων, προέκυψε μία ακόμη λέξη που προχωρά δυνατά στη νέα δεκαετία: ο «δημιουργικός διάλογος», που περιγράφει τη συνύπαρξη του παρελθόντος με το παρόν στην τέχνη, με την ελπίδα να δοθεί νέο νόημα και περιεχόμενο στο μέλλον.

ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Μ.Β.: Ανέλαβαν ρόλους που δεν μπορούσε να παίξει η πολιτεία

Θα μπορούσε να ονομαστεί και η δεκαετία που τα ιδιωτικά ιδρύματα και οργανισμοί πήραν στα χέρια τους το ζήτημα του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού –την ενίσχυση, την παραγωγή αλλά και την προβολή του διεθνώς–, τουλάχιστον στην Αθήνα. Ετσι καλύφθηκε, από τη μία πλευρά, η αδυναμία της πολιτείας να παίξει τον δικό της ρόλο ως θα ώφειλε – τόσο η Εθνική Πινακοθήκη όσο και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης παραμένουν κλειστά. Από την άλλη, δόθηκε η ευκαιρία σε θεσμούς να δείξουν τη δυναμική τους – όπως έγινε με την Εθνική Λυρική Σκηνή μετά τη μεταφορά της στο ΚΠΙΣΝ. Παράλληλα, ενισχύθηκε η εγχώρια καλλιτεχνική παραγωγή με δωρεές, χορηγίες και αναθέσεις. Τέλος, μέσω μετακλήσεων, μπορέσαμε να γνωρίσουμε το έργο σημαντικών διεθνών καλλιτεχνών χωρίς να φύγουμε στο εξωτερικό.

Πρώτο το Ιδρυμα Ωνάση, στις αρχές της δεκαετίας, συνέβαλε σε αυτή τη δημιουργική «αναγέννηση» προσφέροντας στην πρωτεύουσα μια «Στέγη» γραμμάτων και τεχνών – όπως άλλωστε ονομαζόταν τότε. Ετσι η πόλη απέκτησε ένα ακόμη –μετά το Μέγαρο– σύγχρονο θέατρο όπερας μεγάλης χωρητικότητας και η λεωφόρος Συγγρού εδραιώθηκε ως περιοχή με καθοριστική παρουσία στη σύγχρονη αστική σκηνογραφία χάρη σε ένα δημόσιο κτίριο που η αφαιρετική αρχιτεκτονική του προσέγγιση δεν μειώνει διόλου τον μνημειακό του χαρακτήρα.


Πρώτο το Ιδρυμα Ωνάση συνέβαλε στη δημιουργική «αναγέννηση», προσφέροντας στην πρωτεύουσα μια «Στέγη» γραμμάτων και τεχνών.

Το ΚΠΙΣΝ ολοκληρώθηκε κατασκευαστικά το 2016 και παραδόθηκε στην ελληνική κοινωνία το 2017. Το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος χρηματοδότησε επίσης την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων για την ΕΛΣ και την ΕΒΕ, και ουσιαστικά με το ΚΠΙΣΝ διαμόρφωσε ένα νέο τόπο πολιτισμού – ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο.

Το ίδιο το κτίριο αποτελεί το νεότερο και πιο ισχυρό τοπόσημο της πρωτεύουσας στο παραλιακό μέτωπο, με την αρχιτεκτονική υπογραφή του Ρέντσο Πιάνο.

Εντονο αποτύπωμα στις εξελίξεις της δεκαετίας είχε και ο πολιτιστικός οργανισμός ΝΕΟΝ που χρηματοδοτείται από τον συλλέκτη Δημήτρη Δασκαλόπουλο. Οι δράσεις του με κεντρικό άξονα τη σύγχρονη τέχνη μπήκαν στη ζωή μας το 2013, και η φιλοσοφία του για διάδραση και παρέμβαση στο αστικό περιβάλλον πέτυχε συχνά την αναβάθμιση των δημόσιων χώρων.

ΒΙΒΛΙΟ

Σάκης Ιωαννίδης: Τα θετικά, τα αρνητικά, το άγραφο ακόμη κεφάλαιο…


SHUTTERSTOCK

Το κλείσιμο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου και η κατάργηση της ενιαίας τιμής ήταν οι δύο πληγές που καθόρισαν τη δεκαετία για το βιβλίο. Ο ενθουσιασμός για το διήγημα και η εμφάνιση νέων, ταλαντούχων συγγραφέων είναι η δεύτερη ανάγνωση των τελευταίων ετών. Η παρουσία του ελληνικού βιβλίου σε διεθνείς εκθέσεις, η διοργάνωση της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, τα Κρατικά Βραβεία, εμφάνισαν αρρυθμίες που τις είδαμε να διορθώνονται σταδιακά. Η ενιαία τιμή θεσμοθετήθηκε εκ νέου, αλλά οι εξαγγελίες για ένα νέο ΕΚΕΒΙ παραπέμφθηκαν στις ελληνικές καλένδες. Αλλαξαν επίσης τα δεδομένα της επιτυχίας. Το μπεστ σέλερ «κατέβηκε» στις 5.000 αντίτυπα, μειώθηκαν τα τιράζ, η εκτύπωση μεταφέρθηκε στο εξωτερικό. Οι «μεταγραφές» λιγόστεψαν, μειώθηκαν τα δικαιώματα των συγγραφέων, οι επιμελητές έγιναν είδος προς εξαφάνιση. Κραταιά και ιστορικά βιβλιοπωλεία έκλεισαν. Στα βιβλιοπωλεία της Περιφέρειας τα non fiction δεν μετρούσαν παρά ελάχιστα αντίτυπα. Οι μεγάλες αλυσίδες χτύπησαν τις τιμές και επικράτησαν στην αγορά. Εμφανίστηκε το φαινόμενο της αυτοέκδοσης, ενώ το ηλεκτρονικό βιβλίο, ο «μπαμπούλας» του χώρου για χρόνια, αποδείχθηκε απλώς ακόμη ένα θέμα συζήτησης. Εμφανίστηκαν όμως νέοι, ανεξάρτητοι, εκδοτικοί οίκοι, οι εκδόσεις έγιναν πιο ποιοτικές με καλύτερο χαρτί και εξώφυλλα, οι λέσχες ανάγνωσης ήρθαν ξανά στο προσκήνιο. Οι δημόσιες βιβλιοθήκες της Βέροιας και της Κοζάνης έλαμψαν και πρέπει να γίνουν παράδειγμα για τους υπόλοιπους. Η Αθήνα έγινε για μια χρονιά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα του βιβλίου με πολλές εκδηλώσεις και δράσεις. Ο αντίκτυπος, όμως, δεν μετρήθηκε και η κληρονομιά της δεν έγινε χειροπιαστή. Η ανάγκη για μεγαλύτερη σύνδεση της λογοτεχνίας και του βιβλίου με τους μικρούς αναγνώστες μέσω του σχολείου και των βιβλιοθηκών παραμένει. Είναι ένα κεφάλαιο που ακόμη δεν έχει ξεκινήσει να γράφεται.

ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ – ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ

Σ.I.: Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση είναι ήδη… viral


SHUTTERSTOCK

«Hello Siri». Τη δεκαετία που μας πέρασε ήμασταν πιο «συνδεδεμένοι» από ποτέ, είτε μεταξύ μας ή με τις συσκευές μας. Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση έχει ήδη ξεκινήσει. Η σύνδεση στο Διαδίκτυο έγινε γρήγορη, φθηνή (όχι στην Ελλάδα), δωρεάν σε πολλούς χώρους και πλατείες, τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα μπήκαν στα χέρια μεγάλων αλλά και μικρών.

Το Διαδίκτυο έγινε για τους περισσότερους συνώνυμο των apps και των social media. Οι τοίχοι γέμισαν με εικόνες, κυρίως του εαυτού μας, ενώ κάθε σημαντική στιγμή της ζωής, από τη γέννηση έως τον θάνατο αποτυπώθηκε σε ένα δημόσιο ημερολόγιο, γεμάτο από εικονίδια με χαμόγελα ή λυγμούς. Οι γνώμες απέκτησαν αξία ή τουλάχιστον έτσι πιστέψαμε και ξεκίνησαν οι πόλεμοι των σόσιαλ με διχασμούς και οργισμένες αναρτήσεις. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έγιναν εργαλείο πολιτικής, προπαγάνδας και fake news, πέρασμα για κηρύγματα μίσους, παρέα σε μοναχικούς ανθρώπους. Ο εθισμός στο Διαδίκτυο επίσημη νόσος και το cyber bullying μπήκε στο ντιβάνι του ψυχολόγου. 

Τα προσωπικά δεδομένα έγιναν ο νέος χρυσός, αγοράστηκαν και πουλήθηκαν, χάθηκαν ή διέρρευσαν, χειραγωγήθηκαν, ξέσπασαν σκάνδαλα και γεννήθηκε η καχυποψία απέναντι στους μεγάλους τεχνολογικούς κολοσσούς που συνήθως δεν πληρώνουν τους φόρους τους.

Οι προγραμματιστές έγιναν οι νέοι θεοί και μίλησαν τη γλώσσα της τεχνητής νοημοσύνης. Εκαναν τη ζωή μας πιο εύκολη, άνοιξαν νέους ορίζοντες στην ιατρική, στη βιολογία, ακόμη και στη γεωργία. Συζητήσαμε για το bitcoin και το blockchain, η «σύνδεση» βοήθησε τη μαζικότητα, αναπτύχθηκαν κινήματα, οργανώθηκαν διαδηλώσεις, το #metoo εξαπλώθηκε ταχύτατα, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η κακοποίηση ζώων, το λιώσιμο των πάγων ήταν πάντα ένα βίντεο μακριά. Πολλά από αυτά όμως τα ξεχάσαμε με κάτι άλλο που έγινε viral.

ΘΕΑΤΡΟ

Σ.I.: Διαρκώς μεγεθυνόμενη σκηνή

Ασκήσεις ισορροπίας σε μία Η ποικιλία και η ποσότητα στο θέατρο της δεκαετίας συνυπήρχαν στη σκηνή με την οικονομική ανασφάλεια και τα κουστούμια από το σπίτι. Η κρίση και η κατάρρευση της τηλεόρασης συμπίεσαν ακόμη περισσότερο τις οικονομικές απολαβές και τις εργασιακές συνθήκες κυρίως στο ελεύθερο θέατρο. Κακοπληρωμένοι, με λιγοστές (συνήθως απλήρωτες) πρόβες, ανάμεσα σε δύο ή τρεις παραστάσεις την ίδια εβδομάδα και σε διαφορετικά θέατρα, οι ηθοποιοί έμοιαζαν αυτή τη δεκαετία με ακροβάτες που προσπαθούσαν να ισορροπήσουν σε μια ατελείωτη σκηνή. Το όνομα του πρωταγωνιστή ήταν το ίδιο με εκείνο του σκηνοθέτη ή και του μεταφραστή, είδαμε διασκευές για δύο ή τρία πρόσωπα, μονολόγους, σκηνές χωρίς σκηνικά.

Παρά την οικονομική κρίση, οι θεατρικές παραστάσεις της πρωτεύουσας αυξήθηκαν μέσα στα προηγούμενα δέκα χρόνια, ξεπερνώντας έως και τις 1.000 ετησίως. Μπαρ και καφέ απέκτησαν τη δική τους θεατρική σκηνή, υπόγεια έβαλαν φώτα και σήκωσαν αυλαία, παλιές αποθήκες και εργοστάσια έγιναν πολυχώροι και φιλοξένησαν παραστάσεις αλλά και μουσικές βραδιές, πολλές φορές χωρίς θέρμανση, όμως και για κοινό λίγων δεκάδων ατόμων.

Ο πειραματισμός περιορίστηκε, η μεταφορά λογοτεχνικών έργων στη σκηνή έγινε κανόνας, ενώ όσο βάθαινε η κρίση τα έργα έγιναν πιο πολιτικά, το κοινό διχαζόταν και προκαλούσε ακόμη και το κατέβασμα παραστάσεων.

Τα διαμάντια έλαμψαν, αλλά ήταν πιο δύσκολη η εξόρυξή τους. Οι νέοι ταλαντούχοι έμοιαζαν ταγμένοι στο έργο τους και ξεχώρισαν. Τα θέατρα αναζήτησαν χορηγίες και οι χορηγοί ανταποκρίθηκαν. Οι θεατρικές επιχορηγήσεις κόπηκαν στην αρχή και επανήλθαν αργότερα με μεικτές αντιδράσεις. Τα οικονομικά των κρατικών θεάτρων συμμαζεύτηκαν. Χάρη σε ιδρύματα και φεστιβάλ το ελληνικό κοινό συνέχισε να βλέπει μεγάλους ξένους δημιουργούς, ενώ το ελληνικό θέατρο ταξίδεψε πέρα από τον Ατλαντικό.

ΕΘΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Μ.Β.: Εγιναν βήματα, αλλά τα προβλήματα παραμένουν


Tο σύγχρονο «σπίτι» της Eθνικής Βιβλιοθήκης (22.000 τ.μ.) στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ

Το 2019 ήταν μια κρίσιμη χρονιά για την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (ΕΒΕ). Νοείται ως ορόσημο της νέας εποχής της, αφού μεταξύ 2015 και 2017 έμεινε κλειστή προκειμένου να ολοκληρώσει το δύσκολο έργο της μετάβασής της από το κέντρο της πόλης στο ΚΠΙΣΝ στο σύγχρονο «σπίτι» της (22.000 τ.μ.). Οπου όντως παρέχονται κατάλληλες συνθήκες και υποδομές για τη συγκέντρωση, διαφύλαξη, συντήρηση, ψηφιοποίηση και ανάδειξη των συλλογών της. Ακολούθησαν δύο χρόνια προσαρμογής στο καινούργιο περιβάλλον με μερική λειτουργία, και εντέλει, από την αρχή του έτους λειτουργεί πλέον το σύνολο της Βιβλιοθήκης, δηλαδή το ερευνητικό κυρίως «σώμα», και όλα τα επιμέρους τμήματα (χειρογράφων και αρχείων, περιοδικών, δανειστικό). Επίσης, άνοιξε πάλι για το κοινό η ιστορική Βαλλιάνειος Βιβλιοθήκη επί της οδού Πανεπιστημίου, που ήταν επιτακτική ανάγκη να ξαναζωντανέψει.

Ο ακαδημαϊκός Σταύρος Ζουμπουλάκης, πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της ΕΒΕ και πλέον επίτιμος διδάκτορας του Φιλολογικού τμήματος του Πανεπιστημίου Κρήτης, σε συνομιλία με την «Κ» πριν από 11 μήνες είχε ζητήσει τη βοήθεια της πολιτείας, της ακαδημαϊκής κοινότητας και του εκπαιδευτικού συστήματος για να μπορέσει η ΕΒΕ να παίξει σωστά τον ρόλο της ως φορέας εθνικού πολιτισμού. Λίγο πριν τελειώσει ο χρόνος, οι χρήστες της ξέρουμε ότι πολλά από τα προβλήματα παραμένουν. Με σοβαρότερο το περιορισμένο ωράριο, και τη «στενή», δημοσιοϋπαλληλική αντίληψη του υπάρχοντος –λιγοστού, όπως λένε– προσωπικού σε συνδυασμό με την απειρία των νεοτέρων. Ελπίζουμε στη νέα δεκαετία η ΕΒΕ να «συναντήσει» επιτέλους το ερευνητικό κοινό της. Και ας γίνουμε τολμηρότεροι στις ευχές μας: να εμπλουτίσει σοβαρά τη συλλογή των τεκμηρίων της παύοντας να είναι μία από τις φτωχότερες στην Ευρώπη.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Μ.Β.: Από την αρχική κριτική στις συνεχείς επιτυχίες


ΑΠΕ-ΜΠΕ

Από την αρχική κριτική Τα στερνά τιμούν τα πρώτα, θα μπορούσε να επιγράφεται η θεώρηση της πορείας του Μουσείου της Ακρόπολης μέσα στη δεκαετία. Κλείνοντας τον περασμένο Ιούνιο στρογγυλά δέκα χρόνια από την έναρξη της λειτουργίας του έχει να επιδείξει πολλές επιτυχίες: περισσότεροι από 14.500.000 επισκέπτες ήταν ο απολογισμός της τελευταίας χρονιάς. Στα πρόσφατα γενέθλιά του εγκαινίασε έναν ακόμη όροφο, ολοκληρώνοντας εντός του χρονοδιαγράμματος τις εργασίες ανασκαφής και φέρνοντας στο φως μια αρχαία γειτονιά στους πρόποδες της Ακρόπολης. Διακρίνεται διεθνώς και βραβεύεται για τη συμβολή του στον πολιτισμό αλλά και στον τουρισμό. Τα έξοδά του είναι λελογισμένα, οι προϋπολογισμοί του συνεπείς. Αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες, και μολονότι κρατά χαμηλά τους τόνους, διεκδικεί σταθερά την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα.

Αυτά είναι τα στερνά. Τα πρώτα ήταν σφοδρή κριτική: Περισσότερες από 100 καταγγελίες –γείτονες, αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες, περιβαλλοντικές οργανώσεις– που αφορούσαν την επιλογή του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού του κτιρίου από τους «Bernard Tschumi Architects New York, Paris» και «Μιχάλης Φωτιάδης Συνεργάτες Αρχιτέκτονες, Αθήνα», και τη χωροθέτησή του. Αμφισβητήσεις για την επάρκεια της αρχικής μουσειολογικής του μελέτης, κατηγορίες για βεβιασμένα και πολυτελή εγκαίνια με σκοπό τον εντυπωσιασμό της διεθνούς και εγχώριας κοινής γνώμης. Οι εντυπώσεις αλλά και η ουσία εντέλει κερδήθηκαν. Ο πρόεδρός του καθηγητής Δημήτρης Παντερμαλής και το διοικητικό συμβούλιο αποδείχθηκαν άξιοι και συνετοί. Το Μουσείο μπαίνει στη δεύτερη δεκαετία του, της ενηλικίωσης, περιμένοντας την θεσμική του τακτοποίηση, μετά την αναγγελία από την υπουργό Πολιτισμού προκήρυξης για τη θέση διευθυντή.

ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Αιμίλιος Χαρμπής: Σίγουρα κέρδη, χωρίς ρίσκο με υπερήρωες και σίκουελ

Αν δύο μόνο πράγματα μπορούν να χαρακτηρίσουν τη δεκαετία που ολοκληρώνεται, όσον αφορά την αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία, αυτά είναι οι ήρωες των κόμικς και τα σίκουελ· συχνά μπαίνοντας και στην ίδια πρόταση.

Η εξαγορά της Marvel από την Ντίσνεϊ και η συνακόλουθη μετατροπή της σε χρυσωρυχείο του σινεμά, είχε ως αφετηρία το πολύ καλό «Iron Man» του 2008, ωστόσο ο μεγάλος όγκος των υπερηρωικών φιλμ ήρθε στη συνέχεια. Είκοσι ταινίες τα τελευταία 10 χρόνια, δίχως να υπολογιστούν και εκείνες της ανταγωνίστριας DC, άλλαξαν τον χάρτη του Χόλιγουντ και έκαναν τους κάποτε… σπασίκλες των κόμικς, πρωταγωνιστές.

Τέσσερις διαφορετικοί «Εκδικητές» βρίσκονται πια στις δέκα πρώτες θέσεις του Box Office όλων των εποχών. Ταινίες οι οποίες είναι στην πλειονότητά τους διασκεδαστικές, όμως και απελπιστικά όμοιες στο προσεκτικό μάτι, σαν απλές παραλλαγές της ίδιας συνταγής. Οι περισσότεροι από αυτούς τους επιτυχημένους ήρωες, μάλιστα, έχουν τη δική τους σάγκα.

Ωστόσο, τα σίκουελ δεν σταματούν εκεί. Μια νέα τριλογία «Πολέμου των Αστρων» έκανε επίσης πάταγο, το franchise των «Μαχητών των Δρόμων» έφτασε αισίως τα 9 μέρη, ενώ παρόμοια πορεία διαγράφουν τα «Jurassic Park», «Πειρατές της Καραϊβικής», «John Wick» κ.ά.

Κοινός παρονομαστής όλων το μικρό ρίσκο που είναι πια διατεθειμένοι να πάρουν οι γνωστοί χολιγουντιανοί κολοσσοί, στοχεύοντας στα μέγιστα κέρδη. Τα τελευταία εξασφαλίζονται όντως, με την παγκόσμια κινηματογραφική παραγωγή να κάνει απανωτά ρεκόρ ετήσιων εισπράξεων μέσα στη δεκαετία, παρά την έλευση του Netflix και της οικιακής διασκέδασης. 

Από την άλλη, ο χώρος για πιο τολμηρά και δημιουργικά πρότζεκτ είναι πια πολύ περιορισμένος.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

ΑΙΜ.Χ.: Η καθίζηση στα εισιτήρια και οι διεθνείς διακρίσεις

Πριν από ένα μήνα περίπου η «Ευνοούμενη» του Γιώργου Λάνθιμου ολοκλήρωσε την πορεία της, αποσπώντας οκτώ διακρίσεις στα Βραβεία Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου. Με 169(!) βραβεία συνολικά σε φεστιβάλ και άλλες απονομές, είναι μακράν η πιο επιτυχημένη ταινία Ελληνα δημιουργού όλων των εποχών. Ελληνα και όχι ελληνική πάντως, αφού η «Ευνοούμενη» είναι φυσικά βρετανική παραγωγή. Από την άλλη, ο ίδιος ο Λάνθιμος αποτελεί αναμφισβήτητα προϊόν του εγχώριου κινηματογράφου, με τον «Κυνόδοντα» να εμφανίζεται στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας (2009) και να μπαίνει μπροστάρης στη σύγχρονη φεστιβαλική άνθιση του ελληνικού σινεμά.

Ταινίες όπως το «Attenberg» της Αθηνάς-Ραχήλ Τσαγγάρη, το «Μiss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά, η «Χώρα Προέλευσης» του Σύλλα Τζουμέρκα, η «Στρέλλα» του Πάνου Κούτρα, «Το μικρό ψάρι» του Γιάννη Οικονομίδη, το «Suntan» του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου κ.ά. ταξίδεψαν στα μεγάλα διεθνή φεστιβάλ, αποσπώντας βραβεία και καλές κριτικές. Τα παραπάνω φιλμ παρουσιάζουν ομοιότητες όμως και σημαντικές διαφορές, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να μιλήσει κανείς για ξεκάθαρο κινηματογραφικό ρεύμα ή σχολή. Η επιτυχία τους, κατά κανόνα ποιοτική και όχι εμπορική, ήρθε κόντρα στην οικονομική μιζέρια που σκέπασε (και) το σινεμά στη δεκαετία της κρίσης.

Με χειρότερη τη διετία 2012-13, όπου τα εισιτήρια έπιασαν ιστορικό χαμηλό, φτάνοντας μετά βίας τα 8 εκατ./έτος, το εγχώριο box office πέρασε πολύ δύσκολα, για να ανακάμψει κάπως την τελευταία τριετία που βρίσκεται πάνω από τα 10 εκατ. εισιτήρια. Παρομοίως και με τις ελληνικές παραγωγές, με κάποιες εξαιρέσεις, όπως τα «Ενας άλλος κόσμος» και «Αν…» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, τα οποία βρίσκονται στη δεύτερη και τέταρτη αντίστοιχα θέση με τις πιο εμπορικές ταινίες της δεκαετίας στη χώρα μας.

ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

ΑΙΜ.Χ.: Το φαινόμενο Netflix που άλλαξε άρδην τα δεδομένα στον χώρο 

Οι εξελίξεις στον χώρο της παγκόσμιας τηλεόρασης είχαν ξεκινήσει ήδη από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, με την ποιότητα να ανεβαίνει κατακόρυφα, ωστόσο η μεγάλη έκρηξη ήρθε λίγο αργότερα. Εκατοντάδες τηλεοπτικές σειρές, γυρισμένες με κανόνες κινηματογράφου, κατέκλυσαν τη μικρή οθόνη και έγιναν θέμα συζήτησης κάθε παρέας. Κορωνίδα τους το «Game of Thrones» του HBO, ένα κανονικό ποπ φαινόμενο με εκατομμύρια πιστούς, το οποίο για πρώτη φορά συναγωνίστηκε στα ίσα τις πλουσιότερες χολιγουντιανές παραγωγές. Η μεγαλύτερη μεταβολή της δεκαετίας πάντως ήρθε από μια εταιρεία… βίντεο κλαμπ.

Παλαιότερα λέγαμε: «Το βράδυ θα δούμε σειρά ή ταινία στο σπίτι». Τώρα λέμε «θα δούμε Netflix». Αυτή η απλή ατάκα εμπεριέχει μέσα της το μέγεθος της επιτυχίας που έχει κατορθώσει η διαδικτυακή πλατφόρμα –ακολούθησε και η Amazon–, αλλάζοντας παράλληλα τον χώρο τόσο της τηλεόρασης όσο και του κινηματογράφου. Από το 2012 ξεκίνησε και την παραγωγή πρωτότυπου υλικού, μετρώντας πια εκατοντάδες σειρές και ταινίες, τις οποίες απολαμβάνουν τα σχεδόν 160 εκατομμύρια των συνδρομητών της ανά τον κόσμο. Μεταξύ αυτών και οι Ελληνες, οι οποίοι εντάχθηκαν στον «χάρτη» το 2016, με την υπηρεσία να σημειώνει μεγάλη επιτυχία και στη χώρα μας.

Οπως είναι γνωστό, καμία μεγάλη αλλαγή δεν έρχεται… αναίμακτα. Το Netflix συνέβαλε αποφασιστικά στις περισσότερες από τις σπουδαίες εξελίξεις στον κινηματογραφικό χώρο, αρνητικές και θετικές, και έθεσε νέους κανόνες στον τηλεοπτικό. Κερδίζοντας σταδιακά την εμπιστοσύνη σπουδαίων ονομάτων του παραδοσιακού σινεμά (σκηνοθέτες, ηθοποιοί, παραγωγοί, σεναριογράφοι, τεχνικοί κ.ο.κ.) αλλά και των μεγάλων φεστιβάλ, έχει μπει πλέον δυναμικά και στο κυνήγι των βραβείων. Οι δε μεγάλοι ανταγωνιστές του (Apple TV+, Disney+ κ.ά.) εμφανίστηκαν μόλις φέτος και έχουν ακόμα πολύ έδαφος να καλύψουν ώστε να το απειλήσουν.

Πηγή: kathimerini.gr