Σαρωτικές αλλαγές φέρνει ο νέος πτωχευτικός νόμος

225

Της Νένας Μαλλιάρα

Μετά τον “Ηρακλή” η κυβέρνηση δρομολογεί την αναθεώρηση και ενοποίηση του πτωχευτικού δίκαιου με τη δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου αφερεγγυότητας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Πέρα από τη μνημονιακή δέσμευση, κίνηση αυτή είναι αναγκαία για να “τρέξουν” με αξιοπιστία οι διαδικασίες υλοποίησης του “Ηρακλή” και η μείωση των NPLs από τις τράπεζες.

Οι διαδικασίες ξεκινούν με την είσοδο του νέου έτους, με στόχο το νομοσχέδιο να είναι έτοιμο τον Απρίλιο. Τα υπουργεία Οικονομικών, Ανάπτυξης, Δικαιοσύνης και Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων θα δουλέψουν για τη δημιουργία ενός “αλγοριθμικού” τύπου ενιαίας πλατφόρμας μέσω της οποίας θα ρυθμίζεται το ιδιωτικό χρέος. Το νομοσχέδιο θα ετοιμαστεί με ορίζοντα το τέλος Απριλίου 2020, οπότε λήγει η παράταση στο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας, που ψηφίστηκε με τον νόμο 4605/2019. Η πρώτη σύσκεψη που έθεσε τους βασικούς άξονες πραγματοποιήθηκε, χωρίς σχετικές ανακοινώσεις, πριν από μερικές ημέρες.

Ο ενιαίος νόμος για την αφερεγγυότητα θα αλλάξει ριζικά το τοπίο για τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους, με στόχο να αποκαταστήσει στην πράξη την ισχύ των δανειακών συμβάσεων, αποδεσμεύοντας τους πιστωτές (τράπεζες) από το βάρος της προστασίας των οικονομικά αδύναμων, κάτι που πλέον θα είναι αποκλειστική ευθύνη του κράτους.

Οι άξονες του νέου νόμου

Η δημιουργία του ενιαίου πλαισίου αφερεγγυότητας αποτελεί κομβικό σημείο για την επόμενη αξιολόγηση των “θεσμών” στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας, καθώς και κρίσιμο παράγοντα για την επιτάχυνση της μείωσης των “κόκκινων” δανείων. Το ζητούμενο είναι μέχρι τις 30 Απριλίου 2020 η κυβέρνηση να έχει έτοιμο υπό μορφήν νομοσχεδίου το πλαίσιο με το οποίο θα ρυθμίζεται ενιαία το ιδιωτικό χρέος. Το ιδιωτικό χρέος ρυθμίζεται σήμερα μέσω διάσπαρτων ρυθμίσεων που “τρέχουν” παράλληλα (π.χ. πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων για χρέη προς την Εφορία, ρύθμιση 120 δόσεων για χρέη προς Εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και δήμους, εξωδικαστικός μηχανισμός, νόμος Κατσέλη, κρατική επιδότηση της δόσης κόκκινων στεγαστικών δανείων κ.λπ.) και οι οποίες θα πρέπει να “συγχωνευθούν” σε έναν νόμο. Ο νόμος αυτός πρέπει να δίνει άμεση και οριστική λύση στην υπερχρέωση (με δεύτερη ευκαιρία για εξυγίανση ή με πτώχευση) και να αποκλείει την είσοδο στους στρατηγικούς κακοπληρωτές.

Φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις με οφειλές σε τράπεζες, Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και οργανισμούς κοινής ωφέλειας, όλοι οι οφειλέτες με χρέος προς πάσα κατεύθυνση θα είναι υποχρεωμένοι να ρυθμίζουν και να αποπληρώνουν τις οφειλές τους, ανάλογα με την οικονομική τους δυνατότητα. Η διευθέτηση των οφειλών τους θα γίνεται αντικειμενικά και με διαφάνεια μέσω μίας ενιαίας ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η προστασία προς τους οικονομικά αδύναμους θα παρέχεται με αυστηρά κριτήρια, ενώ τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης θα ασκούνται χωρίς χρονοτριβές. Στόχος του νέου πλαισίου θα είναι η προώθηση της διαμεσολάβησης και η αποσυμφόρηση των δικαστηρίων.

Το “arbitrage” των κακοπληρωτών

Το νέο ενιαίο πλαίσιο αφερεγγυότητας θα ενοποιήσει 9 πλατφόρμες ρύθμισης χρεών, διαμορφώνοντας μια οιονεί αυτοματοποιημένη διαδικασία αφερεγγυότητας και κλείνοντας τις πόρτες στο “arbitrage” των κακοπληρωτών. Αυτό αναφέρθηκε, σύμφωνα με τις πληροφορίες του “Κ”, στην πρώτη διευρυμένη σύσκεψη των συναρμόδιων υπουργείων την περασμένη εβδομάδα, στην οποία τέθηκαν σε αδρές γραμμές οι κατευθύνσεις που θα πρέπει να λάβει η προετοιμασία του νόμου με την έναρξη του νέου έτους.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, μεγάλη έμφαση δόθηκε σε δύο άξονες: αφενός στις παρεμβάσεις που χρειάζονται ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες στα δικαστήρια, αφετέρου στην επείγουσα ανάγκη να “κυνηγηθούν” οι μεγάλοι στρατηγικοί κακοπληρωτές. Πρόκειται για δύο μείζονα θέματα στα οποία ασκούν συντονισμένη πίεση Βρυξέλλες, Φρανκφούρτη και Λουξεμβούργο. Ειδικά το θέμα της Δικαιοσύνης και της επιτάχυνσης των διαδικασιών είναι ζητούμενο όχι μόνο των “θεσμών”, αλλά και των επενδυτών, οι οποίοι διαμηνύουν ρητώς ότι επενδύσεις δεν θα έρθουν στη χώρα όσο υπάρχει η κατάσταση να περιμένει κάποιος δέκα χρόνια για μια δικαστική απόφαση.

Επιπλέον των ανωτέρω, μια νέα διάσταση που αφορά την αφερεγγυότητα των νοικοκυριών θα αναδυθεί κατά την προετοιμασία του νέου πτωχευτικού νόμου. Πρόκειται για την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων που αναπόφευκτα θα έχει ο νέος νόμος στους πλέον ευάλωτους οφειλέτες, οι οποίοι δεν θα καλύπτονται πλέον από ευνοϊκές διατάξεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Για τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής πολιτικής που θα αφορά τις περιπτώσεις οικονομικά αδύναμων οφειλετών εμπλέκεται και το υπουργείο Εργασίας στην προετοιμασία του νέου πλαισίου αφερεγγυότητας.

Ο ευρωπαϊκός προβληματισμός

Με χρονικό ορίζοντα διετίας (συγκεκριμένα μέχρι τα τέλη Ιουνίου 2021), τον οποίο διαμορφώνει η πανευρωπαϊκή εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας περί αφερεγγυότητας και προληπτικής αναδιάρθρωσης χρεών που ψηφίστηκε στις 20 Ιουνίου 2019, οι “θεσμοί” έχουν ζητήσει από τις ελληνικές τράπεζες στόχους, δράσεις και χρονοδιαγράμματα για τη μείωση του ιδιωτικού χρέους. Στην πράξη, ο χρόνος της διετίας θα συμπυκνωθεί στο πρώτο τετράμηνο του 2020, δεδομένου ότι αφενός στις 30 Απριλίου θα εκπνεύσει η προστασία της πρώτης κατοικίας και αφετέρου θα πρέπει πριν από τα μέσα του 2020να υπάρχει ένα ικανό πτωχευτικό πλαίσιο πάνω στο οποίο θα στηρίζονται η τιτλοποίηση του ιδιωτικού χρέους μέσα από τον “Ηρακλή”.

Ειδικά στο μέτωπο των επιχειρήσεων, η δημιουργία ενιαίου πλαισίου αφερεγγυότητας δεν είναι ανεξάρτητη από τον συνολικότερο προβληματισμό στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το πώς θα αντιμετωπιστεί ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ειδικά σε χώρες με υψηλό δείκτη NPLs όπως η Ελλάδα, και κυρίως για το πώς θα ενισχυθούν οι επιχειρήσεις και οι διασυνοριακές εμπορικές συναλλαγές και επενδύσεις εντός Ε.Ε., έτσι ώστε να επιτευχθεί μια πραγματική Ένωση Κεφαλαιαγορών.

Επιπλέον, διαπιστώνεται ότι στην Ευρώπη οι μισές επιχειρήσεις δεν καταφέρνουν να συμπληρώσουν πέντε έτη λειτουργίας λόγω αδυναμίας να αντιμετωπίσουν την υπερχρέωση. Κάθε χρόνο οδηγούνται σε πτώχευση 200.000 επιχειρήσεις, δηλαδή 600 επιχειρήσεις την ημέρα, και ως συνέπεια χάνονται 1,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Μία στις τέσσερις από αυτές τις επιχειρήσεις έχει διασυνοριακό χαρακτήρα είτε από πλευράς εμπορικών σχέσεων είτε από πλευράς σχέσεων με πιστωτές.

Σημαντικό ποσοστό αυτών των επιχειρήσεων και των συναφών θέσεων εργασίας θα μπορούσαν να διασωθούν αν προβλέπονταν προληπτικές διαδικασίες σε όλα τα κράτη-μέλη στα οποία οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν εγκαταστάσεις, περιουσιακά στοιχεία ή πιστωτές.

Πηγή: capital.gr