Πώς επηρεάζουν το ελληνικό χρέος και τις τραπεζες οι “αλλαγές” στον ESM τον Δεκέμβριο

213

Του Γ. Αγγέλη

Στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου οι αποφάσεις για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και την τραπεζική ενοποίηση απαιτούν “ομοφωνία”, κάτι που δύσκολα μπορεί να υπάρξει.

Γι’ αυτό η Ευρωζώνη έχει μάθει να ζει με “συμβιβασμούς”. Και αυτό είναι το δύσκολο μονοπάτι μέσα από το οποίο ετοιμάζονται οι εν δυνάμει “συμφωνίες” που αφορούν στην επέκταση του ρόλου του ESM και στη δρομολόγηση της τελικής φάσης της διαδικασίας ολοκλήρωσης της τραπεζικής ενοποίησης.

Ολοι ή σχεδόν όλοι -οι Ιταλοί έχουν ισχυρές επιφυλάξεις- θεωρούν ότι η επέκταση του ρόλου του ESM είναι αναγκαία ωστε να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του Ταμείου Εκκαθάρισης και Αναδιάρθρωσης Τραπεζών. Εάν και εφόσον βεβαίως δεν φτάνουν ακόμα τα δικά του κεφάλαια.

Αυτό είναι κάτι που μπορεί να μπει στην τελική φάση, ξεπερνώντας, σε συνδυασμό με την τραπεζική ενοποίηση, το μεγάλο αγκάθι στις αγορές κεφαλαίου της Ευρωζώνης, πριν γίνουν τα επόμενα βήματα για τη συγκρότηση, εν όψει και του Brexit, της Ενιαίας Αγοράς Κεφαλαίων στην Ευρωζώνη.

Οι Γερμανοί διά του κ. Σόλτς, που την Κυριακή έχασε την ευκαιρία του να ηγηθεί του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), έχουν σχετικά πρόσφατα κάνει “ανοίγματα” για το θέμα της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ενοποίησης, με την προϋπόθεση οτι οι χώρες μέλη θα πρέπει να έχουν προχωρήσει επαρκώς στο θέμα της εκκαθάρισης των “κόκκινων δανείων”, για να συμφωνήσει το Βερολίνο στη συγκρότηση του Ενιαίου Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων… Όμως από την άλλη πλευρά, χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και άλλοι ανταπαντούν ότι για να γίνει αυτό θα πρέπει και οι γερμανικές τράπεζες να “καθαρίσουν” με το πλήθος των “τοξικών” χαρτοφυλακίων τους (Παράγωγα).

Η διελκυστίνδα, υπάρχουν προσδοκίες ότι μπορεί να επιφέρει τελικά έναν συμβιβασμό που μπορεί να οδηγήσει στην έναρξη συγκρότησης του Ταμείου μέσα στο 2020 και πιθανώς επί της γερμανικής προεδρίας.

Εκεί που οι αντιθέσεις είναι ακόμα ιδιαίτερα έντονες και δεν έχουν διαφανεί -δημόσια- σημεία προσέγγισης, είναι σε ό,τι αφορά την επέκταση του ρόλου του ESM, σε θέματα αντιμετώπισης δημοσιονομικής/χρηματοοικονομικής κρίσης. Και στο σημείο αυτό οι “περιορισμοί” που θέτει το Βερολίνο συρρικνώνουν το εύρος επέκτασης του ρόλου του νέου ESM, καθώς θέτουν προϋποθέσεις όσον αφορά το εύρος και τη διάρθρωση του κρατικού χρέους, αλλά κυρίως τη σχέση του με το τραπεζικό σύστημα. Ζητούν να μπουν περιορισμοί στο εύρος των χαρτοφυλακίων κρατικού χρέους που μπορούν να επενδύουν οι τράπεζες…

Και στο σημείο αυτό οι αντιρρήσεις είναι πολλές και από πολλές πλευρές, καθώς υπάρχουν χώρες της Ευρωζώνης με μεγάλο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, του οποίου το μεγαλύτερο μέρος βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών της ίδιας χώρας.

Παρ’ όλα αυτά, η Σύνοδος του Δεκεμβρίου φαίνεται ότι μπορεί κάποια από αυτά να τα αποφασίσει επί τόπου και κάποια άλλα να δεσμευθεί ότι θα τα έχει “συμφωνήσει” μέσα στο 2020.

Οι συνέπειες για την Ελλάδα

Η αλήθεια είναι πως, παρότι η Ελλάδα δεν έχει πολλά περιθώρια παρέμβασης σ’ αυτό το δύσκολο παζάρι, εν τούτοις, μόνο “βελτιώσεις” στα δικά της δεδομένα μπορεί να περιμένει, όσο μακριά ή… κοντά και αν φτάσουν οι συμφωνίες στη Σύνοδο Κορυφής.

Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα μόνο να επωφεληθεί μπορεί από τα βήματα που θα γίνουν στην κατεύθυνση της δημιουργίας Ενιαίου Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων, καθώς η ίδια βρίσκεται σε μία διαδικασία επιτάχυνσης της μείωσης των όγκων των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και ανοιγμάτων (NPEs) μέσα στο 2020. Έτσι ώστε είτε άμεσα είτε σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα να μπορεί να συντονισθεί με τις διαδικασίες συγκρότησης του Ταμείου.

Επίσης, η Ελλάδα είναι η χώρα με τη μικρότερη κατοχή κρατικού χρέους στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια, γεγονός που της επιτρέπει να εμπλακεί στον διάλογο για τον νέο ρόλο του ESM, καθώς πέραν αυτού εμφανίζεται και ως η χώρα με τη μικρότερη άμεση πιθανότητα “χρήσης” του νέου ESM, λόγο του υψηλού αποθεματικού και της Συμφωνίας του Ιουνίου του 2018.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις διπλωματικών πηγών στις Βρυξέλλες “εφόσον η Ευρώπη καταφέρει να κάνει κάποια ουσιαστικά βήματα πριν κλείσει το 2019, το περιβάλλον που θα προκύψει θα ευνοεί χώρες που παρουσιάζουν τόσο ραγδαία δημοσιονομική βελτίωση, όπως π.χ. η Ελλάδα…”.

Πηγή: capital.gr