Στουρνάρας: Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων για την αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτική κατηγορία

183

Για “ένα δυναμικό ξεκίνημα” της νέας κυβέρνησης η οποία “εφαρμόζει ένα ευρύτατο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων με έμφαση στην προσέλκυση επενδύσεων και τη μείωση της φορολογίας” αλλά με σεβασμό στους υφιστάμενους δημοσιονομικούς στόχους, έκανε λόγο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας σήμερα σε συνέδριο της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων.

Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε στη ομιλία του ότι “η αποφασιστική και ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και η επιτάχυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση του αξιόχρεου του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική βαθμίδα. Επίσης, θα αυξήσουν την παραγωγικότητα και μέσω αυτής την ανταγωνιστικότητα και τον μακροχρόνιο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αντισταθμίζοντας έτσι τις επιπτώσεις των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων στο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.”

Σημείωσε ταυτόχρονα ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΤτΕ, για να επιτευχθεί αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική κατηγορία (απέχουμε τρεις βαθμίδες), “απαιτείται σημαντική επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων με στόχο τη βελτίωση της θέσης της χώρας στους δείκτες διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι οποίοι χρησιμοποιούνται από τους οίκους αξιολόγησης”.

Τα οφέλη από την αναβάθμιση της χώρας σε επενδυτική κατηγορία θα είναι μεγάλα καθώς, όπως ανέφερε ο διοικητής, “κάτι τέτοιο θα επιτρέψει τη συμπερίληψη των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, θα βελτιώσει περαιτέρω τις συνθήκες χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας και θα επιδράσει θετικά στην οικονομική δραστηριότητα.”

Μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα

Όσον αφορά τη μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, ο διοικητής τόνισε ότι αυτό “είναι κάτι που υποστηρίζει σθεναρά εδώ και χρόνια η Τράπεζα της Ελλάδος”, σημειώνοντας ότι η επίτευξη αυτού του στόχου διευκολύνεται:

α) από τα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού που βελτιώνουν την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, 

β) από το γεγονός ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης επιτρέπει δημοσιονομική ευελιξία σε όσες χώρες υλοποιούν μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν το δυνητικό προϊόν και

γ) από τη θέση που έχουν εκφράσει τόσο η ΕΚΤ όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέρ της δημοσιονομικής επέκτασης στην ευρωζώνη προκειμένου να αντιμετωπιστεί η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και να αποφευχθεί μια νέα ύφεση.

Όπως ανέφερε, “ο συνδυασμός χαμηλότερων δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα έχει ευνοϊκές επιδράσεις στη μεσομακροπρόθεσμη δυνητική οικονομική ανάπτυξη και στη μακροχρόνια βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.”

Ανάπτυξη 2,4% το 2020

Ο διοικητής της ΤτΕ επανέλαβε την εκτίμηση της τράπεζας για ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης 1,9% στο σύνολο του έτους και 2,4% το 2020.

Την ίδια στιγμή, επισήμανε τα “ιδιαίτερα ενθαρρυντικά μηνύματα από το εσωτερικό, όπως η συνεχιζόμενη ανάκαμψη της αγοράς εργασίας και η επιτάχυνση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, η σημαντική αύξηση των επενδύσεων των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και η αύξηση της αποταμίευσης και της εξωτερικής χρηματοδότησης”, σημειώνοντας ότι “η πορεία αυτών των δεικτών υποδηλώνει σημαντική ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας στην παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση”.

Όσον αφορά τις μελλοντικές προκλήσεις, ο κ. Στουρνάρας ξεχώρισε τα εξής:  
•    Το υψηλό δημόσιο χρέος (του οποίου βεβαίως η βιωσιμότητα βελτιώθηκε σημαντικά και θεωρείται εξασφαλισμένη μεσοπρόθεσμα με τα μέτρα που ενέκρινε το Eurogroup από το 2012 έως το 2018) δημιουργεί αβεβαιότητα σε μακροπρόθεσμη βάση (μετά το 2030) στην περίπτωση εξωγενών κλυδωνισμών όπως είναι μια διεθνής παρατεταμένη ύφεση ή μια άνοδος των επιτοκίων.

•    Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που χειροτέρευσε με τις πρώτες ενδείξεις οικονομικής ανάπτυξης παρά την ύπαρξη αρνητικού παραγωγικού κενού, σε συνδυασμό με τη μεγάλη αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση. Αυτό υποδηλώνει κυρίως την ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας.

•    Το υψηλό ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας και η προβλεπόμενη δημογραφική επιδείνωση (λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και της εξερχόμενης μετανάστευσης) επηρεάζουν αρνητικά τη δυνητική ανάπτυξη και δημιουργούν προβλήματα στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος.

•    Τον αργό ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, που συνεπάγεται υψηλό κίνδυνο τεχνολογικής υστέρησης και ψηφιακού αναλφαβητισμού.

•    Το μεγάλο επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε εξαιτίας της πολυετούς ύφεσης και το οποίο κινδυνεύει να επηρεάσει μόνιμα την παραγωγική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας.

Να εξεταστούν και άλλα σχήματα για τα κόκκινα δάνεια

Αναφέρθηκε επίσης στο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων το οποίο “παραμένει σε πολύ υψηλό επίπεδο (43,6% του συνόλου των δανείων), περιορίζοντας την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις και να στηρίξει την πραγματική οικονομία.”

Η εφαρμογή του σχεδίου “Ηρακλής”, που στηρίζεται στο Σχήμα Προστασίας Ενεργητικού (APS), είναι ένα σημαντικό βήμα προς την ορθή κατεύθυνση αντιμετώπισης του προβλήματος, ανέφερε ο διοικητής της ΤτΕ.

“Ωστόσο, καλύπτει μόνο το 40% περίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σε αμέσως επόμενο στάδιο θα πρέπει να εξεταστούν και άλλα σχήματα, όπως αυτό που έχουν επεξεργαστεί οι υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος, με το οποίο, παράλληλα με το πρόβλημα των ΜΕΔ, αντιμετωπίζεται και το ζήτημα της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC)”.

Τέλος, ανέφερε ότι “με νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Οικονομικών, αναμένεται να βελτιωθεί σημαντικά το θεσμικό πλαίσιο αντιμετώπισης της αφερεγγυότητας επιχειρήσεων και νοικοκυριών και να ενισχυθεί σημαντικά η δυνατότητα των τραπεζών να προχωρούν σε αναδιαρθρώσεις δανείων, βελτιώνοντας έτσι τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα ιδιωτών και επιχειρήσεων και επομένως, τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας”.

Πηγή: capital.gr