ΟΟΣΑ: Διασφαλισμένα τα πλεονάσματα για το 2020 και το 2021

263

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 12:39

Της Δήμητρας Καδδά

Διασφαλισμένα είναι τα πλεονάσματα όχι μόνο για το 2020 αλλά και για το 2021 εκτιμά ο ΟΟΣΑ στο ειδικό κεφάλαιο για την Ελλάδα της έκθεσής του για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας που δόθηκε στη δημοσιότητα.

Κάνει αναφορά για χαμηλότερους στόχους, σε συνεννόηση με τους εταίρους,  αλλά και για άνοδο του ΑΕΠ κατά 2%  την προσεχή 2ετία λόγω διεθνούς κλίματος και αύξησης εισαγωγών. Δίνει έμφαση στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να συνεχισθούν αλλά και στην ανάγκη μείωσης των κόκκινων δανείων.

Τα πρωτογενή πλεονάσματα

Παρά τη θέσπιση επεκτατικών φορολογικών μέτρων στα μέσα του 2019, το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα παραμείνει υψηλό το 2019, στο 3,8% του ΑΕΠ εκτιμά ο ΟΟΣΑ (σ.σ. η πρόβλεψη ταυτίζεται με αυτή της Κομισιόν).

Ο προϋπολογισμός για το 2020, ο οποίος περιλαμβάνει μεγάλες φορολογικές ελαφρύνσεις καθώς και μέτρα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και, σε μικρότερο βαθμό, για τον εξορθολογισμό των δαπανών, θα στηρίξει την ανάπτυξη και θα μειώσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ (σ.σ. δηλαδή θα μείνει εντός του στόχου), αναφέρει ο ΟΟΣΑ.

Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να παραμείνει στο 3,5% και το 2021. Η κυβέρνηση επισημαίνεται ότι “παραμένει προσηλωμένη στην τήρηση των στόχων που συμφωνήθηκαν με τους εταίρους της ΕΕ ή στην εξεύρεση συμφωνίας για τον περιορισμό τους”.

Στο δημοσιονομικό επίπεδο αναφέρεται επίσης ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές είναι καθοριστικές για τη μείωση του δημόσιου χρέους.

Ανάπτυξη στο 2%

Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 2% το 2020-21 εκτιμά ο ΟΟΣΑ. Αναφέρει ότι οι εξαγωγές αγαθών και η πορεία του τουρισμού θα αυξηθεί με μέτριο ρυθμό αλλά οι εισαγωγές θα συνεχίσουν να ανακάμπτουν (υποστηριζόμενες από την αύξηση της εγχώριας δραστηριότητας και ιδιαίτερα των επενδύσεων) περιορίζοντας την πορεία του ΑΕΠ.

Για την πορεία του ΑΕΠ αναφέρει επίσης ότι  η απασχόληση και η άνοδος των πραγματικών μισθών θα στηρίξουν την κατανάλωση, ενώ η βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης και η εμπιστοσύνη θα ενισχύσουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις. Από την άλλή πλευρά, η περιορισμένη εξωτερική ζήτηση θα μετριάσει την αύξηση των εξαγωγών. Το γεγονός αυτό μαζί με τη σταδιακή αύξηση των εισαγωγών, θα μετριάσουν την βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Στο πεδίο των εξαγωγών αναφέρεται και ότι τα μεταρρυθμιστικά κέρδη σε όρους ανταγωνιστικότητας των τιμών υποστηρίζουν τις εξαγωγές αγαθών, παρά την υποτονική εξωτερική ζήτηση. Η αύξηση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, η βελτίωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών και τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού υποστηρίζουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις.

Εξηγεί ότι η προβλεπόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων προϋποθέτει πρόοδο όσον αφορά στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στην προσέλκυση ξένων επενδυτικών σχεδίων. Επίσης εκτιμά ότι η σχεδιαζόμενη  επεκτατική δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να παράσχει μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη από αυτό που προβλέπεται. Επίσης, ταχύτερη πρόοδος στο άνοιγμα των κρατικών επιχειρήσεων σε ιδιώτες επενδυτές και στη μείωση της γραφειοκρατίας θα στηρίξει τις άμεσες ξένες επενδύσεις.

Οι συστάσεις

Από την άλλη πλευρά ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί ότι η μη επίτευξη δημοσιονομικών στόχων θα μπορούσε να υπονομεύσει τη δημοσιονομική αξιοπιστία και να αυξήσει τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, αυξάνοντας το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών και τα επιτόκια δανεισμού. Επίσης αναφέρει ότι οι καθυστερήσεις στη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών θα περιόριζαν τον τραπεζικό δανεισμό και θα εμπόδιζαν την ανάκαμψη των επενδύσεων.

Επισημαίνει όμως ότι “οι φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνουν σταθερά την απασχόληση, ιδίως των γυναικών και των νέων, καθώς και την αύξηση των επενδύσεων και της παραγωγικότητας.

Ο τραπεζικός δανεισμός για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αυξάνεται από τις αρχές του 2019. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών μειώνονται σταδιακά, αν και παραμένουν υψηλά, στο 44% των ακαθάριστων δανείων.

Η οικονομία συνεχίζει να δημιουργεί θέσεις εργασίας χάρη στις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις και στα κέρδη ανταγωνιστικότητας των τιμών. Το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε πάνω από 57% – στο υψηλότερο επίπεδο από το 2010 – ενώ το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε κάτω από το 17%. Η άνοδος της απασχόλησης αυξάνει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά η άνοδος της ιδιωτικής αποταμίευσης περιορίζει την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας διατηρεί χαμηλά επίπεδα  τις μισθολογικές αυξήσεις και τον πληθωρισμό.

Το χρέος 

Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους παραμένει χαμηλό και θα συνεχίσει να μειώνεται, με αποτέλεσμα το συνολικό πλεόνασμα του προϋπολογισμού (μαζί με τόκους) να είναι 1% του ΑΕΠ το 2020-21. Η περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά τις επισκοπήσεις δαπανών, η ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης είναι καθοριστικής σημασίας για τη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων δαπανών και της αποτελεσματικότητας του φορολογικού συστήματος, επισημαίνει. Αυτό θα επιτρέψει τη μείωση της υψηλής φορολογικής επιβάρυνσης, διασφαλίζοντας συγχρόνως τη δημοσιονομική αξιοπιστία και την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων, αναφέρει.

Κάνει λόγο για τις “συνεχείς φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις” που θα δημιουργήσουν μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης. Η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του σχεδίου Ηρακλής εκτιμά ότι αναμένεται να διευκολύνει  την παροχή δανείων από τις τράπεζες, η οποία είναι απαραίτητη για την διενέργεια επενδύσεων.

Η ενίσχυση των πολιτικών στήριξης της αναζήτηση εργασίας και της κατάρτισης θα μειώσουν τη μακροχρόνια ανεργία. Η προώθηση των μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση, η ολοκλήρωση του κτηματολογίου και το άνοιγμα των ΔΕΚΟ, θα περιορίσουν τα εμπόδια για την ανάπτυξη και για την ενίσχυση των επιχειρήσεων.

 

Πηγή: capital.gr