Χρηματιστήριο: Οι μεγάλοι διεθνείς οίκοι επιστρέφουν με επίκεντρο τις τραπεζικές μετοχές

222

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Μπορεί το Χρηματιστήριο Αθηνών να βρίσκεται σε μια φάση συσσώρευσης το τελευταίο διάστημα, που και λογική είναι μετά τα σημαντικά κέρδη που κατέγραψε το προηγούμενο διάστημα –τα οποία και διατηρούνται και συνεχίζονται με αποτέλεσμα να κρατούν την ελληνική αγορά στην πρώτη θέση των αποδόσεων διεθνώς–, ωστόσο οι ενδείξεις του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ξεκάθαρα ότι τα μεγάλα χαρτοφυλάκια έχουν βάλει την εγχώρια αγορά έντονα στο ραντάρ τους.

Οι τράπεζες ήταν και συνεχίζουν να είναι ο απόλυτος οδηγός του Χ.Α. και το γεγονός ότι πλέον αποτελούν “μαγνήτη” για όλο και περισσότερους διεθνείς επενδυτικούς οίκους, αποδεικνύουν ότι το ενδιαφέρον των πελατών τους για την Ελλάδα έχει ενταθεί. Όμως, είναι αδύνατο να μείνει απαρατήρητο από τα ξένα χαρτοφυλάκια και το ασταμάτητο ράλι των ελληνικών ομολόγων, στο οποίο αποτυπώνονται και οι μεγάλες προσδοκίες που υπάρχουν στη διεθνή αγορά για την Ελλάδα, κάτι που αφορά άμεσα και το Χρηματιστήριο.

Η κατακόρυφη βουτιά των spreads και το “κονταροχτύπημα” των ελληνικών τίτλων με τα ιταλικά ομόλογα που βρίσκονται σε “επενδυτική βαθμίδα” δείχνει ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται πλέον από τους επενδυτές ως ευρωπεριφέρεια και αγορά “ειδικής κατηγορίας”, αλλά ως φυσιολογική πλέον αγορά η οποία μάλιστα έχει τις καλύτερες ίσως προοπτικές διεθνώς.

Νέα υψηλά

Ο τραπεζικός δείκτης συνεχίζει να καταγράφει ένα “ήσυχο” ράλι καταγράφοντας ολοένα και νέα υψηλά έτους και υψηλά 52 εβδομάδων, με κέρδη άνω του 133% από τα χαμηλά έτους (21 Ιανουαρίου), ενώ οι περισσότερες τραπεζικές μετοχές διαπραγματεύονται κοντά στις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015 υποστηριζόμενες από την επιτάχυνση των διαδικασιών για την ολοκλήρωση του “Ηρακλή” αλλά και από τη συνεχή μείωση του κόστους δανεισμού της χώρας.

Είναι χαρακτηριστικό πως την περασμένη εβδομάδα η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας κινήθηκε στα ψηλότερα επίπεδα από τον Μάιο του 2018, η Alpha Bank στα υψηλά 15 μηνών, η Eurobank στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2018, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς απέχει περίπου 5% από τα υψηλά 52 εβδομάδων.

Σημαντικότερος ο “Ηρακλής”

Το ράλι των ελληνικών ομολόγων –τα αποτελέσματα β’ τριμήνου ενισχύουν την κερδοφορία τους– σε συνδυασμό με την πλήρη άρση των capital controls, την επιτάχυνση των σχεδίων και των κινήσεων των διοικήσεων των τραπεζών για τη μείωση των NPLs/NPEs, και κυρίως την έγκριση του σχεδίου “Ηρακλής”, έχουν οδηγήσει τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο στο να αλλάξει σελίδα στα μάτια των επενδυτών. Είναι χαρακτηριστικό πως ο οίκος αξιολόγησης Moody’s χαρακτήρισε πολύ πιο σημαντική για την Ελλάδα την έγκριση του σχεδίου από την Κομισιόν, παρά η πρόωρη αποπληρωμή των ακριβών δανείων του ΔΝΤ, κάτι το οποίο είναι επίσης πολύ θετικό κατά την άποψή της.

Όπως τόνισε, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι σήμερα η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ελλάδα και ο “Ηρακλής” θα βοηθήσει τις τράπεζες να μειώσουν τον μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, τα οποία, τον Ιούνιο του 2019, ανέρχονταν γύρω στο 43,6%. Παρά τη βελτίωση που έχει υπάρξει τα τελευταία χρόνια, οι ελληνικές τράπεζες έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα “κόκκινων” δανείων απ’ όλες τις χώρες που αξιολογεί ο οίκος.

Η μεγάλη επιστροφή

Όλες αυτές οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος οδήγησαν δύο από τους μεγαλύτερους διεθνείς επενδυτικούς οίκους να ξεκινήσουν εκ νέου την κάλυψη των ελληνικών τραπεζών. Αυτό σημαίνει ότι οι πελάτες τους έχουν αρχίσει και έχουν έντονο ενδιαφέρον για την Ελλάδα και ειδικά για τις τραπεζικές μετοχές, έπειτα από… χρόνια απουσίας.

Πρώτη την κίνηση έκανε η J.P. Morgan πριν από μερικές εβδομάδες ξεκινώντας την κάλυψη των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών και επισημαίνοντας οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται πλέον στην αρχή ενός μακρύ δρόμου προς την πλήρη ανάκαμψή τους. Τα πρώτα βήματα φαίνονται πολλά υποσχόμενα, τόνισε, ενώ θεωρεί πως η αγορά πιθανώς υποτιμά το μέγεθος της μείωσης των επισφαλειών και το πόσο σύντομα θα τροφοδοτηθεί στα μεγέθη των τραπεζών. Η εποικοδομητική της στάση βασίζεται στη σταθεροποίηση των περιθωρίων προ προβλέψεων κερδών και τη βελτίωση της κεφαλαιοποίησης, που θα στηρίξουν τις τράπεζες ώστε να πετύχουν τη μείωση των NPEs κατά 63 δισ. ευρώ που εκτιμά η J.P. Morgan ότι θα πετύχουν έως το 2022, δηλαδή πτώση κατά 30% και στο μόλις 12% για τον δείκτη NPEs σε βάθος τριετίας. Όπως υπογράμμισε η J.P. Morgan, αυτή της η στάση για τις ελληνικές τράπεζες βασίζεται στη μακροοικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας η οποία, ωστόσο, είναι στα αρχικά της στάδια.

Την περασμένη εβδομάδα, ανάλογη κίνηση έκανε και η Bank of America Merrill Lynch. Σύμφωνα με τον οίκο, η επενδυτική περίπτωση των ελληνικών τραπεζών βασίζεται σε ένα και μόνο ερώτημα: Μπορούν οι δείκτες NPEs να μειωθούν στα επίπεδα των ευρωπαϊκών σε εύλογο χρονικό διάστημα χωρίς την ανάγκη νέων κεφαλαίων; Όπως τόνισε, οι θετικές εξελίξεις στο μακροοικονομικό μέτωπο καθώς και στο εποπτικό μέτωπο, έχουν βελτιώσει τις πιθανότητες να συμβεί αυτό, κάτι που φαίνεται από την αντίδραση των επενδυτών, με τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών να σημειώνουν εξαιρετικές επιδόσεις (+97% από τις αρχές του έτους). Ωστόσο, αυτό θα απαιτήσει από όλους τους εγχώριους / εξωτερικούς παράγοντες να κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση.

Σύμφωνα με την BofA, οι προοπτικές των ελληνικών τραπεζών βελτιώνονται και αυτό αποδεικνύεται από τα εξής:

1. Η ρευστότητα έχει βελτιωθεί με αυξανόμενες εισροές καταθέσεων και επανάκτηση της πρόσβασης στις αγορές.

2. Η μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων στηρίζει τους κεφαλαιακούς δείκτες, αυξάνει τις συναλλαγές, βελτιώνει την τιμολόγηση των NPEs και αυξάνει τις αποτιμήσεις μετοχών.

3. Η ανάκαμψη των τιμών των ακινήτων θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών των collaterals, σε χαμηλότερες απομειώσεις και θα αυξήσει την προθυμία των δανειοληπτών να αποπληρώσουν το χρέος τους και

4. οι προσδοκίες μιας συστημικής λύσης για τα NPEs έχουν επίσης ενισχύσει την εμπιστοσύνη στην αγορά.

Σημαντικό σήμα επιστροφής των μεγάλωνα επενδυτών στην Ελλάδα αποτελεί και η πρόσφατη ανακοίνωση του comeback της Capital Group στις ελληνικές τράπεζες. Η επενδυτική εταιρεία η οποία έχει ενεργητικό 1,9 τρισ. δολαρίων, είχε φύγει από την Ελλάδα λίγο πριν από την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση της χώρας τον Ιανουάριο του 2015. Συγκεκριμένα, η Capital Group επέστρεψε με μεγάλη θέση 5,1302% στην Eurobank, κάτι που σηματοδοτεί την επιστροφή της εμπιστοσύνης ύστερα από 4,5 χρόνια αβεβαιότητας στην Ελλάδα.

Το μεγάλο story των ελληνικών ομολόγων

Αδιαμφισβήτητα, η καλύτερη “διαφήμιση” για την Ελλάδα από επενδυτική άποψη είναι η πορεία των ελληνικών ομολόγων, η οποία έχει καταφέρει να εντυπωσιάσει και τους πιο αισιόδοξους. Από μόνα τους τα σχόλια του Μάριο Ντράγκι, κατά το τελευταίο του press conference ως επικεφαλής της ΕΚΤ, ο οποίος χαρακτήρισε “ξεκάθαρη επιτυχία” το γεγονός ότι η Ελλάδα κατάφερε να δανείζεται με αρνητικά επιτόκια αναφερόμενος στην πρόσφατη έκδοση εντόκων τρίμηνου, αποτελούν ένα απόλυτο σήμα για τους επενδυτές. Όμως οι ελληνικοί τίτλοι δεν… έμειναν σε αυτό και συνέχισαν να εντυπωσιάζουν την επενδυτική κοινότητα.

Την περασμένη εβδομάδα το Ελληνικό Δημόσιο δανείστηκε με μηδενικά επιτόκια στα έντοκα εξαμήνου για πρώτη φορά στην ιστορία, ενώ οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων όλων των διαρκειών βρέθηκαν σε νέα ιστορικά χαμηλά.

Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά το Bloomberg, σε ένα περιβάλλον γενικευμένης μείωσης των αποδόσεων των ομολόγων στην Ευρωζώνη τον τελευταίο χρόνο, λόγω της επιβράδυνσης της οικονομίας της και των νέων μέτρων στήριξης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη προσαρμογή, με το επίπεδο δανεισμού της να συγκλίνει με εκείνο των άλλων χωρών.

Μάλιστα, αναλυτές παρατήρησαν πως το “μεγάλο θέμα” στην Ευρώπη αυτήν τη στιγμή είναι το τέλος της ευρωπεριφέρειας, ότι δεν υπάρχει ουσιαστικά νόημα πια για τον διαχωρισμό μεταξύ πυρήνα και περιφέρειας στην περιοχή, όπως δείχνει η πορεία των οικονομικών στοιχείων και κυρίως η πορεία της αγοράς ομολόγων των χωρών όπως η Ελλάδα. Όπως υποστηρίζει ο Σεμπάστιεν Γκάλι, ανώτερος μακροοικονομικός αναλυτής της Nordea Asset Management, οι αποδόσεις των ομολόγων στην ευρωπεριφέρεια έχουν σημειώσει εξαιρετική πορεία, αποφεύγοντας να βρεθούν υπό σημαντική πίεση σε ένα risk-off περιβάλλον. Συμπεριφέρονται ουσιαστικά σαν επενδυτικά καταφύγια, όπως επισημαίνει, κάτι που αποτελεί και αναγκαία προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ένα asset “υψηλής ποιότητας και ρευστότητας”.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Nordea, αυτή η τάση θα συνεχιστεί, ωφελώντας σημαντικά τις καμπύλες αποδόσεων σε Ιταλία και Ελλάδα.

Ελλάδα- Ιταλία σημειώσατε… 1

Είναι χαρακτηριστικό πως πλέον η απόδοση του 10ετούς φλερτάρει με το… 1%, ενώ στο 0,3% πλησιάζει η απόδοση του 5ετούς, με το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου να έχει βυθιστεί κατά… σχεδόν 77% από τις αρχές του έτους.

Σε σύγκριση με την Ιταλία, η Ελλάδα έχει υπεραποδώσει σημαντικά, με το τελευταίο δίμηνο οι τίτλοι των δύο χωρών να κινούνται σε αντίθετη πορεία. Αυτό έκανε τους αναλυτές να εκτιμούν ότι σύντομα το spread μεταξύ των ελληνικών και των ιταλικών ομολόγων όχι μόνο θα μηδενιστεί, αλλά θα γυρίσει σε αρνητικό.

Η υπεραπόδοση της Ελλάδας εντάθηκε την τελευταία εβδομάδα μετά και την αναβάθμιση της χώρας από την S&P, την ίδια ημέρα που ο οίκος διατήρησε σταθερή την αξιολόγηση της Ιταλίας με αρνητικές προοπτικές, που σημαίνει πιθανότητες υποβάθμισης μέσα στους επόμενους 12 μήνες. Έτσι, το spread του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έναντι του ιταλικού διαμορφώθηκε κοντά στις 10 μονάδες βάσης, ενώ του 5ετούς κοντά στις 5 μ.β.

Όπως σημείωσε σε έκθεσή της η Capital Economics, η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου διαμορφώνεται ελαφρώς υψηλότερα από την αντίστοιχη απόδοση του ιταλικού ομολόγου και δεδομένης της αδύναμης ανάπτυξης της ιταλικής οικονομίας, της πιο χαμηλής δυναμικής του χρέους και του υψηλού πολιτικού ρίσκου, το αρνητικό spread είναι θέμα χρόνου.

Όπως τόνισε, το ελληνικό χρέος ως προς το ΑΕΠ μειώνεται, σε αντίθεση με το ιταλικό, ενώ η απόφαση του ESM να επιτρέψει στην Ελλάδα την πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων του ΔΝΤ, θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση του κόστους δανεισμού. Επίσης, αν και τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν μη επιλέξιμα για τον νέο γύρο QE της ΕΚΤ, ωστόσο, η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας είναι υψηλότερη κατά πέντε μονάδες σε σχέση με τα μέσα του 2015, ενώ επίκεινται αναβαθμίσεις εφόσον η νέα κυβέρνηση εφαρμόσει με επιτυχία τις μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα, η Ιταλία έχει υποβαθμιστεί κατά μία μονάδα από τότε, με τις προοπτικές να είναι αρνητικές. Έτσι η Capital Economics προβλέπει πως το spread θα μηδενιστεί έως τα τέλη του 2019 και το 2020 θα γίνει αρνητικό, αν και δεν αποκλείει αυτό να συμβεί και νωρίτερα.

Πηγή: capital.gr