Ενας γελαστός άνθρωπος πάντα δίπλα στους άλλους

232

Γιώτα Αντωνοπούλου, παιδοψυχολόγος, παιγνιοθεραπεύτρια 1956-2019.

«Να ακούς τους φόβους σου, αλλά να μην τους αφήνεις να σε νικήσουν». «Εμείς βάζουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναπτυχθεί το παιδί ελεύθερα, αλλά και με ασφάλεια. Αυτό το πλαίσιο πρέπει να μην είναι πολύ στενό, ούτε πολύ φαρδύ». «Είδες άσχημο όνειρο; Βάλε κάτω από το μαξιλάρι σου αυτό το μαγικό –κάτι– και θα νικήσεις όλους τους κακούς». «Για τα παιδιά όλες οι γνώσεις, όλες οι πληροφορίες πρέπει να έρχονται μέσα από το παιχνίδι. Οταν καταργείς το παιχνίδι, περιορίζεις τη ζωή».

Αυτά ήταν ελάχιστα από τα ρητά – οδηγίες προς νέους γονείς οι οποίοι, χαμένοι στην ευθύνη του μεγαλώματος ενός παιδιού, ζητούσαν τη βοήθειά της. Η Γιώτα Αντωνοπούλου, ψυχοθεραπεύτρια ψυχοπαιδαγωγός, παιγνιοθεραπεύτρια, η οποία έφυγε στις 12 Σεπτεμβρίου σε ηλικία 63 ετών, βοήθησε πολλούς ανθρώπους να ξεπεράσουν προβλήματα και να αντιμετωπίσουν δυσκολίες που φάνταζαν ανυπέρβλητες, στα 40 χρόνια που εργάστηκε με παιδιά και μεγάλους σε σχολεία, παιδικούς σταθμούς, ως επόπτρια ψυχολόγος, αλλά και ιδιωτικά. Ως νέα μητέρα είχα την τύχη να τη γνωρίσω και θα ευχαριστώ πάντα το σύμπαν για αυτή τη συνάντηση. «Πίστευε ότι ήρθαμε σε αυτή τη ζωή για να βοηθήσουμε ο ένας την εξέλιξη του άλλου», λέει η Ντίνα Γιαννοπούλου, ιδιοκτήτρια του παιδικού σταθμού «Χορός της Σοκολάτας», η οποία συνεργαζόταν στενά επί 26 χρόνια με τη Γιώτα. «Δεν μπορείς να αφήνεις τον άλλο στον πόνο του, έλεγε», αντίθετα από ό,τι συνήθως λέγεται. Ακριβώς αυτή η οπτική είναι που έστρεψε τη Γιώτα στην ψυχολογία τελικά. Τελειώνοντας το σχολείο είχε αποφασίσει να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών και μάλιστα πήγε σε φροντιστήριο για να δώσει εξετάσεις. Ομως, ένα ταξίδι στη Γαλλία την έκανε να αλλάξει κατεύθυνση και να σπουδάσει ψυχολογία και παιδοψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν. Στη συνέχεια εκπαιδεύτηκε ειδικά στην παιγνιοθεραπεία ως τρόπο να πλησιάζεις και να θεραπεύεις παιδιά και εφήβους.

Πιστοποιημένο μέλος της Αγγλικής Ενωσης Παιγνιοθεραπευτών (British Association of Play Therapists), ήταν ορκισμένη παίκτρια. «Το παιχνίδι είναι ο τρόπος για τα παιδιά αλλά και για τους μεγάλους. Με το παιχνίδι μπορούμε να αποδραματοποιούμε τις δυσκολίες και να παίρνουμε δύναμη να μπαίνουμε ξανά στη ζωή», έλεγε. Τη μέθοδο του παιχνιδιού ως συνδετικό και θεραπευτικό τρόπο εφάρμοζε και στο «Αθυρμα» Ελληνικό Ινστιτούτο Παιγνιοθεραπείας και Δραματοθεραπείας, το οποίο είχε ιδρύσει με άλλους συναδέλφους της για τη στήριξη μικρών και μεγαλύτερων παιδιών που αντιμετωπίζουν κάθε είδους δυσκολίες προσαρμογής. 

Στις συνεδρίες της, στα «δικά» της παιχνίδια με τα παιδιά, κρατούσε πάντα ένα μικρό μπαλάκι – κουκλάκι, τον «Μπαλούκο», όπως τον ονόμαζε. Σαν να ήταν μαγικό, στο φουσκωτό, χαμογελαστό κουκλάκι, στον Μπαλούκο, μιλούσαν πιο εύκολα τα παιδιά για ό,τι τα προβλημάτιζε, για ό,τι τα ενοχλούσε αλλά και για ό,τι τα έκανε χαρούμενα. Οταν κάποια από τους μικρούς της φίλους έμαθε ότι η Γιώτα δεν είναι πια εδώ μαζί μας, το πρώτο πράγμα που αναρωτήθηκε ήταν: «Και τι θα γίνει τώρα ο Μπαλούκος;»

Ηταν ένας πολύ γελαστός άνθρωπος, πάντα διαθέσιμη να προσφέρει χέρι βοηθείας χωρίς να επικρίνει. Θύμωνε μόνο με το πώς οι γονείς συμπεριφέρονται στα παιδιά τους μερικές φορές. Πίστευε ότι τα παιδιά είναι θεϊκά πλάσματα, που έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με κάτι άλλο, πιο υπερβατικό από ό,τι εμείς οι ενήλικοι. Γι’ αυτό και πρέπει να τους δίνουμε σημασία, να τα ακούμε με προσοχή και να τους συμπεριφερόμαστε με σεβασμό για αυτό που είναι.

«Ηταν τις πρώτες ημέρες του μικρού στον παιδικό σταθμό και έκλαιγε συνέχεια. Δεν μπορούσε με τίποτα να προσαρμοστεί. Ηρθε, έσκυψε δίπλα του, κάτι του ψιθύρισε στο αυτί και εκείνος σταμάτησε να κλαίει και άνοιξε διάπλατα τα μάτια. Της έδωσε το χέρι του και άρχισαν να ανεβαίνουν τη σκάλα μαζί.

Ακόμη αναρωτιέμαι τι ακριβώς του είπε», λέει η Τ.Κ., μητέρα νηπίου σε παιδικό σταθμό όπου δούλευε η Γιώτα. Αυτό ήταν το χάρισμά της, να συνδέεται με τους ανθρώπους, να ανταποκρίνεται με θετικό τρόπο σε ό,τι προέκυπτε, ακόμα και το πιο δύσκολο. Ετσι αντιμετώπισε και την ασθένειά της, που κράτησε δύο χρόνια που θα πρέπει να ήταν δύσκολα. Γιατί, όταν τη ρωτούσες, απαντούσε πάντα αισιόδοξα σαν να επρόκειτο για ένα λίγο πιο επίμονο κρύωμα. «Εχουμε και δουλειές, δεν μπορούμε να κλαίμε συνέχεια».

Μέχρι και λίγες ημέρες πριν φύγει και ενώ δεν μπορούσε πλέον να βγει από το σπίτι της, το τηλέφωνό της χτυπούσε συνέχεια για βοήθεια. Ενας γονιός που αρρώστησε και «πώς πρέπει να το πούμε στο παιδί», ένα μικρό που αρνείται να πάει σχολείο «ενώ όλα πήγαιναν καλά», ένα αγοράκι που βλέπει συνέχεια εφιάλτες, αλλά δεν μπορεί να τους θυμηθεί το πρωί. Η Γιώτα δεν αρνήθηκε ούτε μία στιγμή τη βοήθειά της, που φυσικά ήταν εκτός επαγγελματικής υποχρέωσης πλέον. «Ρωτούσαμε πώς είσαι και έλεγε “ας πούμε εσείς πώς είστε”», λένε εκείνοι που επικοινώνησαν μαζί της λίγες ημέρες πριν φύγει.

Οταν φεύγει ένας δικός σου άνθρωπος, αναζητείς απεγνωσμένα λόγια παρηγορητικά, προσπαθείς να εξασφαλίσεις ότι τουλάχιστον δεν θα κοπεί το νήμα της μνήμης. Για τη Γιώτα Αντωνοπούλου αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Για πολλά ακόμη χρόνια θα ζει στις ψυχές και με έναν τρόπο θα είναι παρούσα στις ζωές χιλιάδων ανθρώπων: γονιών που τους έκανε να πιστέψουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν, αλλά και μικρών παιδιών που τα πήρε τρυφερά από το χέρι αμβλύνοντας τις δυσκολίες –και, γιατί όχι, τον πόνο– του μεγαλώματος. Οι συμβουλές, η αγκαλιά, αλλά κυρίως η διαθεσιμότητά της να ακούει και να στηρίζει βοήθησαν πολλούς ανθρώπους και ακόμα περισσότερα παιδιά να μεγαλώσουν αναπτύσσοντας ανθεκτικότητα και εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Πολύτιμα εφόδια… 

Πηγή: kathimerini.gr