Δύο γλυπτά τιμούν τη μνήμη της Μπάρμπαρα και του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα

198

Ο Πάτρικ Λι Φέρμορ περιέγραφε την ομορφιά του κτήματος όπου έζησαν η Μπάρμπαρα και ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας στην Κέρκυρα ως έναν τόπο που έφερνε στο μυαλό εικόνες από το σκηνικό στο «Ονειρο θερινής νυκτός». Ο συγγραφέας ήξερε από πρώτο χέρι τι σήμαινε για τον καλλιτέχνη να φτιάξει ένα σπίτι που θα τον γιάτρευε από το τραυματικό βίωμα της ολικής καταστροφής από πυρκαγιά του πατρογονικού στην Υδρα. Στο μπαλκόνι αυτής της πέτρινης κατοικίας της οικογένειας Γκίκα είχε, άλλωστε, γράψει μέρος της «Μάνης».

Η έκταση ήταν στη βόρεια πλευρά της Κέρκυρας, στις Σινιές, μια πανέμορφη πλαγιά με θέα στο γραφικό λιμανάκι της Κουλούρας, απέναντι από τις ακτές της Αλβανίας. Ενα παλιό λιοτρίβι που βρισκόταν εκεί μεταμορφώθηκε κυριολεκτικά σε δημιουργικό ησυχαστήριο. Χρειάστηκαν οκτώ ολόκληρα χρόνια από το 1969 και πολλή αγάπη για να γίνουν οι κήποι, τα κτίσματα, η ατμόσφαιρα. Εκεί το ζεύγος έζησε τις πιο ευτυχισμένες στιγμές του, καλωσόρισε στενούς φίλους, ένιωσε τη θαλπωρή της μεσογειακής ζωής. Και όταν πια η Μπάρμπαρα έφυγε από τη ζωή, το ’89, ο Γκίκας δεν άντεχε να επιστρέψει σε αυτό το περιβάλλον παρά τις συνεχείς παραινέσεις του λόρδου Τζέικομπ Ρόθτσιλντ, του γιου της συζύγου του από τον πρώτο της γάμο.


Η Ναυσικά με το τόπι της, που φιλοτέχνησε ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, είναι ένα γλυπτό τριών μέτρων.

Ωστόσο, υπήρχε μια σκέψη που τον απασχολούσε. Μια από τις μεγάλες επιθυμίες των τελευταίων ετών του βίου του ήταν η ιδέα του να στηθούν μεγάλα αντίγραφα δύο γλυπτών του –της «Ναυσικάς» και του «Οδυσσέα»– πάνω σε ψηλά βράχια σε κάποιο ακρωτήρι του νησιού, για να καλωσορίζουν καράβια και περαστικούς από τις θάλασσες της Κέρκυρας.

Ο Κερκυραίος πολιτικός Γεώργιος Ράλλης ήταν σύμφωνος με το εγχείρημα –και όπως επισημαίνει η βιογράφος του Γκίκα, Εβίτα Αράπογλου, στην έκδοση «Η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα» που συνόδευσε την ομώνυμη έκθεση– πρότεινε να στηθεί σε «ευπερίοπτη θέση της Κερκύρας, ορειχάλκινο γλυπτικό σύμπλεγμα, στο νησί των Φαιάκων, εικόνα που περιγράφεται στον Ομηρο». Τεχνικές δυσκολίες δεν επέτρεψαν σε αυτό το σχέδιο να γίνει πραγματικότητα.


Το σύμπλεγμα των δύο γλυπτών όπως τοποθετήθηκε στην Κέρκυρα.

Πέρασαν δεκαετίες και συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την απόκτηση του σπιτιού στην Κέρκυρα και ο οικοδεσπότης του, λόρδος Τζέικομπ Ρόθτσιλντ, αισθάνθηκε πως ο καλύτερος τρόπος να τιμήσει την ιστορία του ήταν να κάνει πράξη την επιθυμία του Γκίκα, τοποθετώντας τα έργα στο ακρωτήρι του κτήματος. Είχε προηγηθεί και η εξαιρετική έκθεση της φιλίας Γκίκα – Κράξτον – Φέρμορ που ανέδειξε ξανά τη σημασία τους. Τα γλυπτά αυτά –εμπνευσμένα από την πρώτη συνάντηση της Ναυσικάς με τον Οδυσσέα, όταν αυτή τον ξυπνά κατά λάθος πετώντας το τόπι της– είχαν φιλοτεχνηθεί το 1948, ένα χρόνο μετά τη εικονογράφηση της έκδοσης της Οδύσσειας. Ομως, η διαδικασία ήταν εξαιρετικά απαιτητική και ευτυχώς συνέδραμαν φίλοι και φορείς: το Μουσείο Μπενάκη, που χειρίζεται τα δικαιώματα των έργων του Υδραίου, συναίνεσε, οι επιμελητές της Πινακοθήκης Γκίκα βοήθησαν και η Factum Arte στη Μαδρίτη, που διαθέτει εξειδικευμένη τεχνογνωσία, με τρισδιάστατους εκτυπωτές ανέλαβε τη μεγέθυνση των πρωτότυπων γλυπτών από 20 εκατοστά σε τρία μέτρα.


Aπό αριστερά, ο λόρδος Ρόθτσιλντ, η Εβίτα Αράπογλου και ο Αλέκος Παππάς στο χυτήριο.

Οι μακέτες έφθασαν στην Ελλάδα. Ο Αλέκος Παππάς –γιος του Γιάννη Παππά, στενού φίλου του Γκίκα– επέβλεψε τη διαδικασία χύτευσής τους, στο χυτήριο του Βασίλη και του Νίκου Καπαρού στη Ριτσώνα, κάνοντας τη διαδρομή από την Αθήνα για έναν ολόκληρο χρόνο. Οταν όλα ήταν έτοιμα, συνέβαλε και στην τοποθέτησή τους στο κτήμα του λόρδου Ρόθτσιλντ. Κάπως έτσι, με τη φροντίδα πολλών ανθρώπων, η «Ναυσικά» και ο «Οδυσσέας» βρέθηκαν στη θέση που έπρεπε, να μας θυμίζουν όχι μόνο την καλλιτεχνική οξύνοια του Γκίκα, αλλά πως το να μνημονεύεις κάποιον που αγαπάς σημαίνει ότι δεν υπολογίζεις κόπο, χρόνο και εμπόδια.

Πηγή: kathimerini.gr