13 Απριλίου: Μεγάλη Πέμπτη

271

Κατά τη Μεγάλη Πέμπτη επιτελούμε ανάμνηση: Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου, Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ’ εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του και της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα.

Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν’ αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ’ όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ’ όλους».

Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ’ όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε.

Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε.

Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ’ αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει.

Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεί μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς «Πάτερ, ει βούλει παρενεγκείν τούτο το ποτήριον απ᾿ εμού· πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον γινέσθω». Πατέρα, αν θέλεις, απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα. Όμως όχι το θέλημά μου, αλλά το δικό σου να γίνει. Φανερώθηκε τότε σ’ Αυτόν άγγελος από τον ουρανό που τον ενίσχυε. Και επειδή έπεσε σε αγωνία, εντονότερα προσευχόταν. Και έγινε ο ιδρώτας του σαν θρόμβοι αίματος που κατέβαιναν στη γη… Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.

Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.

Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από ‘κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωί.

Την Μεγάλη Πέμπτη, το πρωί γίνεται ο Εσπερινός και η Θεία Λειτουργία σε όλους τους Ιερούς Ναούς. Γεμάτες οι Εκκλησίες μας. Όλοι οι πιστοί σήμερα μιμούνται τους μαθητές του Χριστού μας. Λαμβάνουν το Σώμα και το Αίμα Του.

Από την Μεγάλη Πέμπτη, αρχίζουν κυρίως τα πασχαλινά έθιμα. Από το πρωί οι νοικοκυρές καταγίνονται με το ζύμωμα. Ζυμώνουν τυρόπιτες, κουλουράκια, τσουρέκια και τις κουλούρες της Λαμπρής, με διάφορα μυρωδικά και τις στολίζουν με ξηρούς καρπούς και με στολίδια από ζυμάρι.

Βασική ασχολία της ημέρας είναι και το βάψιμο των αυγών. Πάσχα δίχως κόκκινα αυγά δε γίνεται. Γι’ αυτό και η Μεγάλη Πέμπτη λέγεται επίσης και «Κόκκινη Πέμπτη».

Τοπικό έθιμο είναι και «οι Λαμπρές». Μικροί και μεγάλοι από όλες τις Ενορίες, κρατώντας σημαίες και λάβαρα, βγαίνουν στις εξοχές και μαζεύουν «λαμπρές», ένα ωραίο αρωματικό λουλούδι χρώματος μώβ, που ανθίζει αυτή την εποχή, και το σκορπίζουν στις πλατείες, στους δρόμους και στις αυλές των Ναών.

Την Μεγάλη Πέμπτη, τελείται η Ακολουθία των Παθών, διαβάζονται τα δώδεκα Ευαγγέλια, γίνεται η τελετή της Σταύρωσης του Χριστού, και σε όλες τις Ενορίες γίνεται ο στολισμός των Επιταφίων. Η συγκίνηση της λαϊκής ψυχής για το θείο δράμα κορυφώνεται. «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας…».

Κατά το έθιμο, γυναίκες μαυροφορεμένες, σε όλες τις Ενορίες, διανυκτερεύουν στην εκκλησία, ξενυχτούν, φυλάγουν και μοιρολογούν το Χριστό, όπως συνηθίζουν να κάνουν για κάθε αγαπημένο τους νεκρό. «Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα….».

Η εξαιρετική ιερότητα των όσων τελούνται στις λειτουργίες της Μεγάλης Πέμπτης και της Μεγάλης Παρασκευής, προσδίδει ξεχωριστή θεία δύναμη.